Oι «Δυτικοί μας φίλοι» & τα κατορθώματά τους, εις τους αιώνες των αιώνων 3: η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους Δυτικούς (Άλωση 1204)

http://wp.me/pPn6Y-hBC

Ενημέρωση 15-12-2013  19:30 (προσθήκη βίντεο & άρθρων σχετικών με τη σύνδεση Δ΄Σταυροφορίας-Άλωσης 1204 /+ λινκ για διαδραστικό χάρτη με τις διαδρομές των Σταυροφοριών)

Poli_1204_

[…] Τέτοιες παρανομίες έκαναν οι στρατοί από τη Δύση εναντίον της κληρονομιάς του Χριστού, χωρίς να δείξουν σε κανένα φιλανθρωπία, αλλά γυμνώνοντάς τους όλους από χρήματα και κτήματα, από σπίτια και ρούχα. […]

[…] Οι δε Σαρακηνοί δεν έκαναν έτσι, και φέρθηκαν πολύ φιλάνθρωπα και ευγενικά όταν κυρίευσαν την Ιερουσαλήμ. […] Κι έτσι φέρθηκε το γένος που μάχονταν το Χριστό (σ.σ: οι Άραβες) προς τους αλλόπιστους Λατίνους, ούτε με ξίφος ούτε με φωτιά ούτε με λιμό ούτε με διωγμούς ούτε με άλλα δεινά.

Σε εμάς όμως τα προκάλεσαν αυτά τα παραπάνω οι φιλόχριστοι και ομόδοξοι (σ.σ: οι Δυτικοί της Δ΄ Σταυροφορίας) […] αν και δεν είχαμε κάνει κάποιο αδίκημα».

(Νικήτας Χωνιάτης, για την  Άλωση της Πόλης)

[…] Και δίνει βέβαιη μαρτυρία ο Γοδεφρίδος ο Μαρεσάλης της Καμπανίας, αληθινά και έχοντας σωστά τα λογικά του, πως από τότε που χτίστηκε ο κόσμος δεν πάρθηκαν τόσα λάφυρα από μια μόνο πόλη. […]

(Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος, Χρονικό της Κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης)

[…] Πολλοί μελετητές ιστορικοί πιστεύουν ότι η λεηλασία που υπέστη η Κωνσταντινούπολη από τους Οθωμανούς το 1453, ωχριά μπροστά στη λεηλασία που οι (ξαναλέμε) ομόθρησκοι χριστιανοί σταυροφόροι, έκαναν το 1204. […]

.

«Οι επιπτώσεις της Τέταρτης Σταυροφορίας επί του ευρωπαϊκού πολιτισμού υπήρξαν εξ ολοκλήρου καταστρεπτικές. Η λάμψη του ελληνικού πολιτισμού, την οποία το Βυζάντιο (σ.σ: διάβαζε Ρωμανία) συντηρούσε επί εν­νέα αιώνες μετά από την επιλογή της Κωνσταντινούπολης ως πρωτεύου­σας, έσβησε ξαφνικά… Το έγκλημα της Τέταρτης Σταυροφορίας παρέδω­σε την Κωνσταντινούπολη και τη Βαλκανική Χερσόνησο σε έξι αιώνες βαρβαρότητας… Προκειμένου να αντιληφθούμε την πλήρη σημασία της λατινικής κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης, πρέπει να προσπαθήσουμε να συνειδητοποιήσουμε ποιος θα ήταν σήμερα ο πολιτισμός της Δυτικής Ευρώπης, αν η προ έξι αιώνων Ρωμανία δεν είχε καταστραφεί.

Μπορεί κανείς να φανταστεί όχι μόνο τη Μαύρη Θάλασσα, τον Βόσπορο και τον Μαρμαρά να περιβάλλονται από προοδευτικά και πολιτισμένα έθνη. αλλά ακόμα και τα ανατολικά και νότια παράλια της Μεσογείου να έχουν επι­στρέψει υπό μια καλή διακυβέρνηση και υπό μια θρησκεία η οποία δεν αποτελεί φραγμό στον πολιτισμό…»

[Σερ Έντουιν Πήαρς, «Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204»]

Η λεηλασία και απογύμνωση της Κωνσταντινουπόλεως από όλα της τα πλούτη, δεν είχε όμοιό της.

Όσοι τολμούσαν να αντισταθούν σφάζονταν επί τόπου.

Δεν έμεινε παλάτι, αρχοντικό εκκλησία μεγάλη ή μικρή, μοναστήρι, χαμοκέλα, που να μην υποστεί φρικώδη λεηλασία.

Ιδίως τους προσέλκυσε ο μυθικός πλούτος της Αγίας Σοφίας. Μπήκαν μέσα στον Ιερό Ναό με άλογα και μουλάρια που λέρωναν με τις κοπριές τους το μαρμάρινο δάπεδο. Και άρχισαν με φρενιτιώδη ταχύτητα να ξηλώνουν και να παίρνουν τα πάντα: από άγια δισκοπότηρα, ευαγγέλια, ιερά άμφια, άγιες εικόνες, την Αγία Τράπεζα, και το ασημένιο εικονοστάσιο του Τέμπλου, αφού προηγουμένως το έκαναν κομμάτια, μανουάλια, πολυκάνδηλα, μέχρι και κουρτίνες.

Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της λεηλασίας,  μια Γαλλίδα πόρνη ανεβασμένη στον πατριαρχικό θρόνο χόρευε άσεμνα μισόγυμνη και τραγουδούσε.

Ούτε οι τάφοι των Αυτοκρατόρων γλύτωσαν: συλλήθηκαν όλοι, ενώ τα λείψανα πετάχτηκαν εδώ κι εκεί.

Π.χ. η σωρός του Βασίλειου Β’ Μακεδόνα πετάχτηκε έξω και στα χέρια του τοποθέτησαν οι Φράγκοι μια φλογέρα ειρωνικά -. Με αφορμή αυτό το γεγονός ο Παλαμάς έγραψε το ποίημα «η φλογέρα του βασιλιά».

Κυρίως, όμως, καταστράφηκαν αναρίθμητα έργα τέχνης. Τόσο της κλασσικής αρχαιότητας (π.χ. αγάλματα του Δία, του Απόλλωνα, των Διόσκουρων, το χάλκινο άγαλμα του Ηρακλή από τον Λύσσιπο τον Σικυώνιο, της Άρτεμης, της Ήρας, της Ελένης του Μενελάου κ.ά. που κοσμούσαν δρόμους, πλατείες και παλάτια της Βασιλεύουσας) όσο και της Ρωμαϊκής περιόδου, τα οποία κομμάτιαζαν για να αφαιρέσουν το χρυσό, το ασήμι και τους πολύτιμους λίθους, ενώ τα κατασκευασμένα από χαλκό τα έλιωναν στα καμίνια για να κόψουν νομίσματα.

Τα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα καίγονταν από τους σταυροφόρους, για να ψήσουν τα κρεατικά τους!

Οι πιο φρικτοί από όλους ήταν οι Γάλλοι και οι Φλαμανδοί, ενώ αντιθέτως οι Βενετοί, που ήταν εξοικειωμένοι με το Ρωμαϊκό πολιτισμό, ήταν οι πλέον φιλεύσπλαχνοι έναντι των ηττημένων: ήταν τέτοια η έκταση της καταστροφής που στο τέλος το άλλοτε περικαλλές άστυ, η Βασιλίδα των πόλεων της οικουμένης, που επί 9 αιώνες είχε συσσωρεύσει αμύθητα πλούτη, κατάντησε σκέτο κουφάρι!

Μεθυσμένοι από τη νίκη τους οι Φραγκοδυτικοί περιγελούσαν τους νικημένους, φορούσαν με γελοίο τρόπο τα ρούχα που τούς είχαν αρπάξει, τοποθετούσαν στα κεφάλια των αλόγων τους τις καλύπτρες και τα κοσμήματα των Ρωμηών.

Άλλοι κρατούσαν αντί για σπαθί χαρτιά, μελανοδοχεία, και βιβλία, και περιφέρονταν στους δρόμους της Πόλης, παριστάνοντας τους λογίους.

Το πιο τραγικό από όλα ήταν, όμως,  ότι ολόκληρος ο γυναικείος πληθυσμός της Κωνσταντινουπόλεως, αδιακρίτως  ηλικίας ή ιδιότητας (μοναχές), υποβλήθηκε στην τρομερή διαδικασία του βιασμού.

Τότε ακριβώς εσφάγησαν οι περισσότεροι από τους άρρενες κατοίκους: διότι στην προσπάθειά τους οι πατεράδες και οι σύζυγοι να διαφυλάξουν την τιμή των θυγατέρων και των συζύγων έπεσαν θύματα των αποχαλινωμένων Δυτικών. Βόγκηξε η Κωνσταντινούπολη από τον ατελείωτο βιασμό. Δεν περιγράφονται τα μαρτύρια που υπέστησαν οι κάτοικοι επί τρεις συνεχείς ημέρες, διότι τους βασάνιζαν απάνθρωπα για να τους αποκαλύψουν τα μέρη όπου είχαν κρύψει χρυσά και αργυρά νομίσματα και τιμαλφή.

Μόνο όταν κορέστηκε η δίψα τους για αρπαγή, αίμα και γενετήσιες  απολαύσεις, ησύχασαν, αφού πρώτα τους τρόμαξε μια έκλειψη σελήνης.

Κατόπιν συγκέντρωσαν όλη τη λεία και την έθεσαν υπό την φύλαξη των ευγενών.

Γράφει κι ο Νικήτας Χωνιάτης για την  Άλωση της Πόλης:

«Κι έτσι, καθένας είχε πόνο, στα στενά θρήνος και κλάματα, στα τρίστρατα οδυρμοί, στους ναούς ολοφυρμοί, φωνές των ανδρών, κραυγές των γυναικών, απαγωγές, υποδουλώσεις, τραυματισμοί και βιασμοί σωμάτων.

(..)Το ίδιο και στις πλατείες, και δεν υπήρχε μέρος ανεξερεύνητο που να δώσει άσυλο σε αυτούς. Χριστέ μου, τι θλίψη και φόβος υπήρχαν τότε στους ανθρώπους (…)

Τέτοιες παρανομίες έκαναν οι στρατοί από τη Δύση εναντίον της κληρονομιάς του Χριστού, χωρίς να δείξουν σε κανένα φιλανθρωπία, αλλά γυμνώνοντάς τους όλους από χρήματα και κτήματα, από σπίτια και ρούχα. (…) και το πιο σημαντικό, αυτοί που πήραν το σταυρό στους ώμους και πολλές φορές ορκίστηκαν σε αυτόν και στα θεία λόγια ότι θα περάσουν δίχως να πειράξουν τις χώρες των Χριστιανών, χωρίς να κοιτάξουν αριστερά ή να εκκλίνουν προς τα δεξιά, αλλά θα οπλιστούν κατά των Σαρακηνών και να βάψουν τα ξίφη τους με το αίμα τους.(…)

Οι δε Σαρακηνοί δεν έκαναν έτσι, και φέρθηκαν πολύ φιλάνθρωπα και ευγενικά όταν κυρίευσαν την Ιερουσαλήμ. Γιατί ούτε πείραξαν τις γυναίκες των Λατίνων, ούτε τον κενό τάφο του Χριστού έκαναν ομαδικό τάφο,(…) και αφήνοντας όλους να φύγουν με ένα ορισμένο αριθμό χρυσών νομισμάτων  και από τον καθένα έπαιρναν μερικά πράγματα αφήνοντας τα υπόλοιπα στους κατόχους τους, ακόμα κι αν αυτά ήταν σαν την άμμο.

Κι έτσι φέρθηκε το γένος που μάχονταν το Χριστό [σ.σ: οι Άραβες] προς τους αλλόπιστους Λατίνους, ούτε με ξίφος ούτε με φωτιά ούτε με λιμό ούτε με διωγμούς ούτε με άλλα δεινά.

Σε εμάς όμως τα προκάλεσαν αυτά τα παραπάνω οι φιλόχριστοι και ομόδοξοι [σ.σ: οι Δυτικοί της Δ΄ Σταυροφορίας], όπως είπαμε με συντομία, αν και δεν είχαμε κάνει κάποιο αδίκημα».

Και, βεβαίως , είναι φυσικό που οι Ρωμηοί ένοιωθαν απορία με το μέγεθος της καταστροφής, αφού, με τον πόλεμο με τους Άραβες , ουδέποτε είχαν γνωρίσει τέτοια κτηνωδία, τους φαινόταν ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ πως άνθρωποι με πίστη στον Χριστό, ήταν δυνατόν να φέρονται έτσι.

Σε αντίθεση με την γενικότερη έλλειψη ανεκτικότητας της Δύσης, στη Ρωμανία οι «μισαλλόδοξοι Ρωμηοί» (όπως αρέσκονται κάποιοι να αποκαλούν) είχαν κτίσει ήδη από τις αρχές του 8ου αιώνα στην Κωνσταντινούπολη τζαμί, για να προσεύχονται οι μουσουλμάνοι που περνούσαν από εκεί (π.χ. εμποροι), κι αργότερα έχτισαν και άλλα δύο. Ας μάς πει κανείς, πότε πρωτοχτίστηκε ισλαμικό τέμενος σε κράτος της Δυτικής Ευρώπης; Από τον 8ο αιώνα, οι Ρωμηοί δεν είχαν πρόβλημα να υπάρχει τζαμί στην πρωτεύουσα ενός χριστιανικού κράτους, το οποίο αντιμαχόταν τους Μουσουλμάνους και ήταν σε πόλεμο με αυτούς. Αν αυτό δε σημαίνει ανεκτικότητα, τότε τι σημαίνει, σε μια εποχή όπου οι Δυτικοί έκαναν Σταυροφορίες;

Διαβάζουμε, από την περιγραφή του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου, που συμμετείχε στη πολιορκία, στο Χρονικό της Κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης:

247. Εκείνη τη νύχτα [σ.σ: 12 προς 13 Απριλίου 1204], μπροστά στο στρατόπεδο του Βονιφάτιου του Μονφερατικού, δεν ξέρω ποιοι άνθρωποι, που φοβόντουσαν μην τους επιτεθούν οι Έλληνες, βάλανε φωτιά στο χώρο ανάμεσα σε αυτούς και στους Έλληνες. Και η πόλη άρχισε να αρπάζει φωτιά και να καίγεται πολύ άσχημα, και καιγόταν όλη εκείνη τη νύχτα και την άλλη μέρα μέχρι το απόγευμα. Και τούτη ήταν η τρίτη πυρκαγιά στην Κωνσταντινούπολη από τότε που ήρθανε οι Φράγκοι στην χώρα. Και υπήρχαν περισσότερα καμένα σπίτια από όσα υπήρχαν στις τρεις πιο μεγάλες πόλεις του βασιλείου της Γαλλίας.

248. Και τα λάφυρα ήταν τόσα πολλά που κανείς δεν ήξερε να πει πόσα, χρυσάφι, και ασήμι και σκεύη και πολύτιμα πετράδια και μετάξια και γούνινα φορέματα από γκρίζο σκίουρο και από ερμίνα, και όλα τα ακριβά πράγματα που βρέθηκαν ποτέ στη γη. Και δίνει βέβαιη μαρτυρία ο Γοδεφρίδος ο Μαρεσάλης της Καμπανίας, αληθινά και έχοντας σωστά τα λογικά του, πως από τότε που χτίστηκε ο κόσμος δεν πάρθηκαν τόσα λάφυρα από μια μόνο πόλη.

249.  Ο μαρκήσιος Βονιφάτιος του Μονφερράτου προχώρησε κατά μήκος της ακτής προς το παλάτι του Βουκολέοντα. Και σαν έφτασε εκεί, του το παρέδωσαν, για να σώσουν τη ζωή τους, εκείνοι που ήταν μέσα. Εκει βρήκε τις περισσότερες από τις πιο σπουδαίες κυρίες όλου του κόσμου, που είχαν καταφύγει στο κάστρο. Εκεί βρισκόταν η αδελφή του βασιλιά της Γαλλίας, που ήταν κάποτε αυτοκράτειρα [Αγνή, κόρη του Λουδοβίκου Ζ΄], και η αδελφή του βασιλια της Ουγγαρίας που ήταν κι αυτή αυτοκρατειρα, και πολλές σπουδαίες κυρίες. Για το θησαυρό που βρισκόταν σε εκείνο το παλάτι, δε πρέπει καθόλου να μιλάμε. Γιατί υπήρχαν τόσα που δεν έχουν ούτε τέλος ούτε αριθμό.

251. Ο καθένας πήρε για να μείνει όποιο σπίτι ήθελε, και υπήρχαν πολλά. Και έπρεπε να δοξάσουν πολύ τον Κύριο Ημών, γιατί δεν είχαν πάνω από είκοσι χιλιάδες οπλισμένους ανθρώπους ανάμεσά τους και με τη βοήθεια του Θεού νίκησαν τετρακόσιες χιλιάδες ανθρώπους ή και περισσότερους, και μάλιστα μέσα στην πιο ισχυρή πόλη που υπήρξε σε όλον τον κόσμο, που ήταν μεγάλη πόλη, και η πιο καλά οχυρωμένη.

Όμως η λεηλασία και η άλωση, δεν σταμάτησε στο «1204». Η Φραγκικη αγνωμοσύνη και τάση προς την καταστροφή, συνεχίστηκαν και στους επόμενους αιώνες.

Χαρακτηριστικό , είναι το εξής: Το 450 μ.Χ. ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία. Κατόπιν, το 1453, κάτω από την κυριαρχία των Τούρκων πλέον, εξελίχθηκε σε τζαμί. Το 1674, ο Γάλλος πρεσβευτής Μαρκήσιος του Nointel επισκέφτηκε την Αθήνα συνοδευόμενος από τον Jacques Carrey, ο οποίος έκανε κάποια σχέδια του Παρθενώνα. Στα σχέδια του Carrey φαίνεται ότι εκείνη την εποχή ο Παρθενώνας παρέμενε ακόμα άθικτος. Δεκατρία χρόνια αργότερα, το 1687, ο Βενετός στρατηγός Francesco Morosini πολιόρκησε την Ακρόπολη. Επί τρία μερόνυχτα βομβάρδιζε συνεχώς την Ακρόπολη μέχρι που την κατάντησε ερείπια .

http://www.romanity.oodegr.com/

Το διαβάσαμε στο voutos.wordpress.com (Η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους Δυτικούς, 06-12-2013)

*

Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ (1198-1216)

Πάπας Ιννοκέντιος ο Γ΄

[…] Η τέταρτη σταυροφορία ξεκίνησε το 1198, όταν ο Πάπας Ιννοκέντιος ο Γ΄, άρχισε να συγκεντρώνει στρατό για την εκ νέου απελευθέρωση των Αγίων τόπων από τους μουσουλμάνους. […]

Πάπας Ιννοκέντιος Γ' (1198-1216) 2

Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ (1198-1216)

.

Πάπας Ιννοκέντιος Γ' (1198-1216).

Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ (1198-1216)

*

1204: Η Άλωση που γονάτισε την Βυζαντινή αυτοκρατορία

Στην Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη, επάνω στον γυναικωνίτη, κάτω από ένα παράθυρο που σήμερα βλέπει προς το Μπλε Τζαμί και κάποτε έβλεπε προς τον Ιππόδρομο, βρίσκεται στο μαρμάρινο πάτωμα, ένας τάφος. Αν δεν ξέρεις που είναι μπορεί και να τον πατήσεις. Δεν ξεχωρίζει εύκολα. Είναι ένα απλό τετράγωνο 80Χ80 εκατοστών. Επάνω του είναι χαραγμένη μια νεκροκεφαλή και από κάτω της τα εξής:

HENRICUS DANDOLO 41ος Δόγης της Γαληνότατης Αυτοκρατορίας της Βενετίας-21 Ιουνίου 1205.Ο τάφος του 41ου Δόγη της Βενετίας είναι κενός από το 1261, όταν η Βασιλεύουσα έπεσε πάλι στα χέρια των Ορθοδόξων. Το πλήθος δεν ξέχασε τον άνθρωπο που ήταν υπεύθυνος για την μεγαλύτερη ληστρική επιδρομή, στην ιστορία του κόσμου,για τη χειρότερη λεηλασία που υπήρξε ποτέ σε κατάληψη εξ’ εφόδου μιας πόλης και εισέβαλε στον ναό της Αγίας Σοφίας. Μαινόμενος και αφηνιασμένος ο κόσμος από τα όσα είχε υποστεί από το 1204 μέχρι το 1261, ανέβηκε στον γυναικωνίτη, έσπασε τον τάφο πήρε τα κόκαλα τα έκαψε και τα διασκόρπισε βρίζοντας και φωνάζοντας κατάρες, στον Βόσπορο.
.

.
Το μίσος (δίκαιο σε πολλές περιπτώσεις) των ανθρώπων της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας για τους ομόθρησκους τους Δυτικούς Λατίνους και Φράγκους, θα παραμείνει άσβεστο για εκατοντάδες χρόνια και όταν κάποια στιγμή θα καταλαγιάσει, τη θέση του θα πάρει η άρνηση και η αμφιβολία για τις προθέσεις της Δύσης.

Πολλοί μελετητές ιστορικοί πιστεύουν ότι η λεηλασία που υπέστη η Κωνσταντινούπολη από τους Οθωμανούς το 1453, ωχριά μπροστά στη λεηλασία που οι (ξαναλέμε) ομόθρησκοι χριστιανοί σταυροφόροι, έκαναν το 1204. Οι Οθωμανοί σε πολλές περιπτώσεις σεβάστηκαν και τις ζωές των ανθρώπων και τις εκκλησιές και τα κτίρια. Οι Οθωμανοί δεν έβαλαν ποτέ πόρνες να γδυθούν, να χορέψουν και να κάνουν έρωτα ομαδικά με στρατιώτες πάνω στην Αγία Τράπεζα της μεγαλύτερης εκκλησίας του κόσμου. Οι Λατίνοι και οι Φράγκοι τα έκαναν όλα.
.

.
Κατέσφαξαν αθώους, νέους, γέρους, μικρά παιδιά, βίασαν γυναίκες, σύλησαν νεκροταφεία, έβαλαν πόρνες πάνω στην Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας, έβαλαν τα άλογα τους μέσα σε εκκλησιές και τις έκαναν στάβλους, άρπαξαν ιερά κειμήλια, έμπαιναν στα σπίτια δολοφονούσαν τον κόσμο και έκλεβαν τα χρυσαφικά. Ένας στρατός ισχυρός, πάνοπλος, διψασμένος για αίμα σάρκα και χρυσάφι. Ένας στρατός που η λέξη “ιπποσύνη” και “ιππότης” ήταν μόνο για τους τύπους.

Οκτακόσια χρόνια μετά, το 2001, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β΄στη συνάντηση του στην Αθήνα, με τον τότε Αρχιεπίσκοπο τον Μακαριστό Χριστόδουλο, εξέφρασε τη λύπη του για τις ωμότητες των Σταυροφόρων το 1204, οι οποίοι «εστράφησαν εναντίον των εν Χριστώ αδελφών μας». Το 2004 ο Πάπας ζήτησε πάλι ταπεινά “συγγνώμη”, από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στη συνάντηση τους στο Βατικανό.

Οι ωμότητες, οι κλεψιές, οι βιασμοί, οι δολοφονίες, και η για 57 χρόνια διακυβέρνηση και διοίκηση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους γονάτισε και ισοπέδωσε ανεπανόρθωτα την Πόλη των πόλεων. Ποτέ δεν κατάφερε να ορθοποδήσει και να ακμάσει όπως πριν. Από το 1204 και μετά το Βυζάντιο καταστράφηκε οικονομικά και πληθυσμιακά συρρικνώθηκε. Το εμπόριο και οι πρώτες ύλες πέρασαν στα χέρια των Δυτικών, ενώ έχανε τη μία μετά την άλλη τις επαρχίες του, που έπεφταν πια στα χέρια των Σελτζούκων και των Οθωμανών. Περίπου 200 χρόνια αργότερα θα προβάλει την ύστατη ηρωική αλλά και άνιση αντίσταση και θα καταληφθεί για πάντα το 1453.
.

.
Αυτά έγιναν από την πλευρά των Φράγκων.
Οι ίδιοι οι Βυζαντινοί τι έκαναν για να αποτρέψουν τους σταυροφόρους; Ουσιαστικά τίποτε. Το αντίθετο.
Τους ενθάρρυναν να έρθουν και να στρατοπεδεύσουν έξω από τη Βασιλεύουσα και ο ανταγωνισμός για την εξουσία και τον θρόνο ανάμεσα σε δύο διεκδικητές της δυναστείας των Αγγέλων, τον Αλέξιο Άγγελο και τον θείο του, που ανέτρεψε τον πατέρα του Ισαάκιο Β΄, τον Αλέξιο Γ Άγγελο, ήταν καθοριστικός.
Και όταν τα πράγματα ξεπέρασαν τα όρια και άρχισαν να μιλάνε τα όπλα, οι πανοπλίες, τα βέλη και τα σπαθιά, οι Βυζαντινοί δεν κράτησαν τις θέσεις τους στα θεοδοσιανά άπαρτα τείχη, αλλά υποχώρησαν τρέχοντας.
Έμεναν μόνο οι μισθοφόροι Βίκινγκς και Ρως, η επίλεκτη αυτοκρατορική φρουρά , οι πανύψηλοι Βάραγκοι με τα τεράστια τσεκούρια τους να “κατεβάζουν” τους πάνοπλους σταυροφόρους, μέχρι που και αυτοί ηττήθηκαν και από τα θαλάσσια τείχη η Πόλη έπεσε.Η τέταρτη σταυροφορία ξεκίνησε το 1198, όταν ο Πάπας Ιννοκέντιος ο Γ, άρχισε να συγκεντρώνει στρατό για την εκ νέου απελευθέρωση των Αγίων τόπων από τους μουσουλμάνους. Στην αρχή συνάντησε τη γενική αδιαφορία των εστεμμένων της Ευρώπης, που είχαν τα δικά τους προβλήματα να επιλύσουν. Τον επόμενο χρόνο, κάποιοι ευγενείς, κυρίως από τα εδάφη της σημερινής Γαλλίας, πείσθηκαν να συγκροτήσουν ένα εκστρατευτικό σώμα, με επικεφαλής τον Κόμη Τιμπό της Καμπανίας. Ο Τιμπό πέθανε τον επόμενο χρόνο και αρχηγός της Δ’ Σταυροφορίας ανακηρύχθηκε ο κόμης Βονιφάτιος ο Μομφερατικός. Το σχέδιο προέβλεπε τη συγκέντρωση των Σταυροφόρων στη Βενετία και από εκεί με μισθωμένα πλοία από τους βένετους θαλασσοκράτορες, θα κατευθύνονταν στην Αίγυπτο, όπου θα άρχιζαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, με σκοπό την κατάληψη της Ιερουσαλήμ.Τη δύναμη των Σταυροφόρων συγκροτούσαν 33.500 άνδρες και 4.500 άλογα. Βρισκόμαστε στο 1200. Οι Βενετοί σκληροί διαπραγματευτές και αδυσώπητοι έμποροι, ζήτησαν 85.000 αργυρά μάρκα, τα μισά εδάφη που θα κατακτούσαν οι Σταυροφόροι και προθεσμία ενός έτους για τις ετοιμασίες της φιλόδοξης εκστρατείας. Το 1201 το μεγαλύτερο μέρος των Σταυροφόρων έφθασε στη Βενετία. Όμως, οι ηγέτες τους δεν τήρησαν τη συμφωνία και μόλις και μετά βίας συγκέντρωσαν 51.000 αργυρά μάρκα. Οι Βενετοί εξοργίσθηκαν και τους φυλάκισαν στο νησάκι Λίντο, έως ότου αποφασίσουν για την τύχη τους. Η τύχη της Σταυροφορίας κρεμόταν σε μια κλωστή.Ο υπέργηρος και τυφλός Δόγης Ερρίκος Δάνδολος αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την περίσταση και να χρησιμοποιήσει τους Σταυροφόρους για τους δικούς του σκοπούς. Στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, όπου έγινε η επίσημη τελετή υποδοχής τους, ο Δόγης πρότεινε στους αρχηγούς των σταυροφόρων να επιτεθούν πρώτα στο λιμάνι της Ζάρας στη Δαλματία (σημερινή Κροατία), προκειμένου να ξεπληρώσουν τα χρέη τους. Η Ζάρα, που προμήθευε με ξυλεία τον στόλο του δόγη, είχε αποσκιρτήσει από τη Βενετία και βρισκόταν υπό την προστασία του βασιλιά των Ούγγρων Έμερικ. Οι κάτοικοί της ήταν χριστιανοί και μάλιστα καθολικοί.Ο Πάπας Ινοκέντιος, απείλησε με αφορισμό όσους σταυροφόρους στραφούν εναντίον χριστιανών. Τη σχετική επιστολή του όμως, φρόντισαν να την κρατήσουν μυστική οι επικεφαλής της εκστρατείας. Η επιχείρηση τελικά πραγματοποιήθηκε. Η πόλη της Ζάρας καταλήφθηκε, ύστερα από σύντομη πολιορκία και ο Πάπας Ινοκέντιος Γ’ πραγματοποίησε την απειλή του. Η λεηλασία ήταν απίστευτη και ήταν προάγγελος του τι θα ακολουθούσε…

Και από εδώ η ιστορία γυρνάει την πλάτη της στην Πόλη. Ο αρχηγός των Σταυροφόρων Βονιφάτιος ο Μομφερατικός δεν πήρε μέρος στην εκστρατεία κατά της Ζάρα, φοβούμενος ίσως τις παπικές κυρώσεις. Πήγε λοιπόν να επισκεφθεί τον εξάδελφό του Φίλιππο της Σουηβίας, ο οποίος φιλοξενούσε τον συγγενή του βυζαντινό πρίγκηπα Αλέξιο Άγγελο, γιο του ανατραπέντος αυτοκράτορα Ισαάκιου Β’ Άγγελου. Ο Αλέξιος Άγγελος ζήτησε βοήθεια από τον Βονιφάτιο για να ανατρέψει τον θείο του αυτοκράτορα Αλέξιο Γ’ Άγγελο και να επαναφέρει στον θρόνο τον τυφλό πατέρα του. Στα ανταλλάγματα που προσέφερε ήταν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, στρατιωτικές δυνάμεις για την ενίσχυση της εκστρατείας των Σταυροφόρων στην Αίγυπτο και την υποταγή της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης στον Πάπα.!!!

Ο Βονιφάτιος άλλο που δεν ήθελε και τελικά μαζί με τον Αλέξιο πήγαν στην Κέρκυρα όπου είχαν στρατοπεδεύσει οι δυνάμεις των σταυροφόρων μετά τη Ζάρα και αφού ανέλυσε στους άλλους αρχηγούς τις προτάσεις του νεαρού Αλέξιου, ξεκίνησαν οι γαλέρες του Θανάτου για την Κωνσταντινούπολη. Ο Δόγης σε μια σκοτεινή γωνιά της σκηνής που γινόταν το πολεμικό συμβούλιο, έτριβε από χαρά και ικανοποίηση τα χέρια του. Η Βενετία θα επέκτεινε το εμπόριο της στην Ανατολή και θα τσάκιζε μια και καλή του “υπερόπτες Βυζαντινούς”.

Ο στόλος των Ενετών και Σταυροφόρων έφθασε προ των τειχών της Κωνσταντινούπολης στις 23 Ιουνίου του 1203. Οι νεοφερμένοι έμειναν κατάπληκτοι από όσα έβλεπαν τα μάτια τους: «Δεν μπορούσαν να φαντασθούν ότι υπήρχε στον κόσμο τόσο οχυρή πόλη. Είδαν τα υψηλά τείχη, τους ισχυρούς πύργους, τα θαυμαστά παλάτια, τις μεγάλες εκκλησίες, που ήταν τόσες πολλές ώστε κανείς δεν θα το πίστευε αν δεν τις έβλεπε με τα μάτια του. Το μήκος της, το πλάτος της, έδειχναν πως ήταν βασιλεύουσα». Με τα λόγια αυτά περιγράφει τις πρώτες του εντυπώσεις ο ιστορικός και εκ των ηγετών της Σταυροφορίας Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος.

Αρχικός τους στόχος ήταν να αποκαταστήσουν στον θρόνο τον Ισαάκιο Β’ Άγγελο. Οι κάτοικοι της Πόλης τους υποδέχθηκαν εχθρικά, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις του Αλέξιου Άγγελου. Στις 17 ιουλίου οι Σταυροφόροι αποβιβάσθηκαν στη στεριά και επιτέθηκαν από τη νοτιοανατολική πλευρά της Πόλης. Έβαλαν μία μεγάλη φωτιά, που προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στην Πόλη. Οι κάτοικοι στράφηκαν κατά του αυτοκράτορα Αλέξιου Γ’ Άγγελου, ο οποίος έφυγε την ίδια νύχτα από την Πόλη. Ο Ισαάκιος Β’ Άγγελος αφέθηκε ελεύθερος και αποκαταστάθηκε στο θρόνο του. Την 1η Αυγούστου ο γιος του Αλέξιος Άγγελος αναγορεύθηκε σε αυτοκράτορα, ως Αλέξιος Δ’ Άγγελος. Το Βυζάντιο βρισκόταν και πάλι σε κατάσταση εμφυλίου πολέμου, αφού υπήρχαν δύο νόμιμοι αυτοκράτορες (Αλέξιος Γ’ Άγγελος και Αλέξιος Δ’ Άγγελος).

Ο νέος ηγεμόνας βρήκε τα ταμεία άδεια και γρήγορα συνειδητοποίησε ότι δεν θα μπορούσε να ικανοποιήσει τις δεσμεύσεις του προς τους Σταυροφόρους. Διέταξε τότε να καταστραφούν εικόνες και αντικείμενα λατρείας, μόνο και μόνο για να πάρει τον χρυσό και τον άργυρο που περιείχαν. Ο λαός εξαγριώθηκε και θεώρησε ιεροσυλία την απόφαση αυτή του αυτοκράτορα. Ο αυλικός Αλέξιος Δούκας, γνωστός και ως Μούρτζουφλος, εξαιτίας των πυκνών φρυδιών του, εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση. Τον ανέτρεψε και τον στραγγάλισε. Ο Αλέξιος Δούκας ανέβηκε στο θρόνο ως Αλέξιος Ε’. Ο πρώην αυτοκράτορας Ισαάκιος Β’ Άγγελος πέθανε ύστερα από λίγο, από φυσικά αίτια.

Στο προστώο του ναού του Αγίου Μάρκου, βρίσκονται τα τέσσερα χαλκόχρυσα άλογα που ο Μέγας Κωνσταντίνος έφερε στην Κωνσταντινούπολη και το 1204 τα έκλεψαν οι Βενετοι

Όταν οι σταυροφόροι κατάλαβαν ότι τα ταμεία ήταν άδεια και δεν επρόκειτο να πληρωθούν, άφρισαν. Στις 8 Απριλίου του 1204 επιτέθηκαν στην Κωνσταντινούπολη για μια ακόμη φορά, προκειμένου να τιμωρήσουν τον δολοφόνο του Αλέξιου Δ’ Άγγελου. Ο Αλέξιος Ε’ αντέταξε ισχυρή άμυνα, με σύμμαχο τον άσχημο καιρό. Οι επιτιθέμενοι το θεώρησαν θεϊκό σημάδι και θέλησαν να λύσουν την πολιορκία. Οι καθολικοί κληρικοί που τους συνόδευαν κατόρθωσαν να τους πείσουν να παραμείνουν και να καταλάβουν την Πόλη, με τα επιχειρήματα ότι οι Βυζαντινοί είναι προδότες και δολοφόνοι επειδή σκότωσαν τον σεβαστό Αλέξιο Δ’ και ότι είναι χειρότεροι από τους Εβραίους. Ο Πάπας Ινοκέντιος Γ’, για μια ακόμη φορά, είχε διαμηνύσει στους Σταυροφόρους να μην επιτεθούν και να μην σκοτώσουν ούτε ένα χριστιανό, αλλά και πάλι η σχετική επιστολή του απεκρύβη από τους παπικούς απεσταλμένους.

Στις 12 Απριλίου1204, οι Σταυροφόροι πραγματοποίησαν την τελική τους έφοδο κατά της Κωνσταντινούπολης, βοηθούμενοι και από τον καλό καιρό. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Ε’ Μούρτζουφλος την είχε εγκαταλείψει κι έτσι την κατέλαβαν με σχετική ευκολία, παρά την αντίσταση της αυτοκρατορικής φρουράς, που την αποτελούσαν οι σκανδιναβοί Βάραγγοι. Για τρεις μέρες οι «Στρατιώτες του Χριστού» επιδόθηκαν σε παντός είδους βανδαλισμούς και φρικαλεότητες. Δεν δίστασαν να βεβηλώσουν ακόμη και ιερούς χώρους, ανεβάζοντας στον πατριαρχικό θρόνο μία πόρνη, σύμφωνα με τον ιστορικό Νικήτα Χωνιάτη. Όταν ο Πάπας έμαθε για τις βδελυρές πράξεις των Σταυροφόρων εξέφρασε την ντροπή και τον αποτροπιασμό του…

Βενιζέλος Λεβεντογιάννης

Πηγή: ypogeia-drasi

*

*

Άλωση Κωνσταντινούπολης, 1204

Συγγραφή : Radic Radivoj (23/3/2008)
Μετάφραση : Radic Radivoj
Για παραπομπή: Radic Radivoj, «Άλωση Κωνσταντινούπολης, 1204»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12493>
Пад Цариграда 1204 (26/3/2011 v.1) Fall of Constantinople, 1204 (26/6/2007 v.1) Άλωση Κωνσταντινούπολης, 1204 (1/4/2011 v.1)
1. ΕισαγωγήΗ Δ΄ Σταυροφορία, η οποία έληξε με την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, είναι ένα από τα σημαντικότερα και θεαματικότερα γεγονότα στην ιστορία του Μεσαίωνα. ΟΝικηφόρος Γρηγοράς, ενάμιση αιώνα μετά, έγραψε πως τότε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία σαν καράβι μέσα σε θύελλα διαλύθηκε σε πολλά μικρά κομμάτια.1 Με την κατάρρευση του Βυζαντίου, του κράτους που διεκδικούσε την πολιτική πρωτοκαθεδρία σε ολόκληρη τη χριστιανική οικουμένη, δημιουργήθηκε ένα εντελώς νέο σύστημα λατινικών και ελληνικών κρατών στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και των βορειοδυτικών παρυφών της Μικράς Ασίας.2. ΠροϊστορίαΗ αποτυχία της Γ΄ Σταυροφορίας δε μείωσε το θρησκευτικό ενθουσιασμό της Δυτικής Ευρώπης. Υπό την αιγίδα του πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ (1198-1216) προετοιμάστηκε νέα εκστρατεία και, πριν από το καλοκαίρι του 1202, οι σταυροφόροι συγκεντρώθηκαν στη Βενετία για να αποπλεύσουν με τα σκάφη τους για την Αίγυπτο. Όμως, επειδή δεν είχαν αρκετά χρήματα για τα έξοδα του ταξιδιού, ο δόγης της Βενετίας Ερρίκος Δάνδολος τους πρότεινε να καταλάβουν την ουγγρική πόλη Ζάρα για λογαριασμό της Βενετίας. Επρόκειτο για την πρώτη παρέκκλιση των σταυροφόρων και συμβολικό προοίμιο αυτών που θα επακολουθούσαν. Αφού το Νοέμβριο του 1202 κατέλαβαν τη Ζάρα, οι σταυροφόροι αποφάσισαν να περάσουν εκεί το χειμώνα τους. Τότε εμφανίστηκε στο στρατόπεδό τους ο Βυζαντινός πρίγκιπας Αλέξιος Άγγελος, γιος του τυφλωμένου Ισαακίου Β΄, ο οποίος ζήτησε από τη Δύση βοήθεια, προκειμένου να ανακτήσει το βυζαντινό θρόνο για λογαριασμό του πατέρα του και του ίδιου. Τους υποσχέθηκε τεράστια χρηματικά ποσά και, για να ευχαριστήσει τον πάπα, δεσμεύτηκε ότι θα επανεξετάσει το θέμα της ένωσης των Εκκλησιών. Η πρόταση ήταν τόσο δελεαστική που οι σταυροφόροι δεν μπορούσαν να την απορρίψουν. Εξάλλου, η συνείδησή τους έμενε ήσυχη: η σταυροφορία τους θα μπορούσε να συνεχιστεί, με περισσότερα χρήματα, μετά το πέρας της παραμονής τους στηνΚωνσταντινούπολη. Οι δύο πλευρές υπέγραψαν συνθήκη στην Κέρκυρα το Μάιο του 1203 και ήδη στις 24 Ιουνίου ο στόλος των σταυροφόρων εμφανίστηκε στα νερά του Βοσπόρου.

3. Στη Βασιλεύουσα

Στις 5 Ιουλίου 1203, οι σταυροφόροι κατέλαβαν πρώτα το Γαλατά και έκοψαν την αλυσίδα η οποία έκλεινε την είσοδο στον Κεράτιο κόλπο. Μετά, τα πλοία τους εισέπλευσαν στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης και άρχισε η επίθεση από ξηράς και θαλάσσης κατά των τειχών της πόλης. Διεισδύοντας στην Κωνσταντινούπολη, οι σταυροφόροι έβαλαν φωτιά σε ορισμένα κτήρια, η οποία αναζωπυρώθηκε τόσο, ώστε στο χώρο από το ύψωμα των Βλαχερνών έως τη μονή της Ευεργέτισσας όλα παραδόθηκαν στις φλόγες. Όπως γράφει ο Γοδεφρείδος Βιλεαρδουίνος, η φωτιά ήταν τόσο μεγάλη, ώστε οι Βυζαντινοί υπερασπιστές δεν μπορούσαν να δουν τους σταυροφόρους επιδρομείς.2 Μολονότι η βυζαντινή φρουρά πρόβαλε ισχυρή αντίσταση, στις 17 Ιουλίου 1203 η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των σταυροφόρων, ο δε αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Άγγελος (1195-1203) δραπέτευσε παίρνοντας μαζί το ταμείο του κράτους, το οποίο περιείχε εβδομήντα πέντε χιλιάδες βυζαντινά χρυσά νομίσματα.

Ο τυφλωμένος Ισαάκιος Β΄ αποκαταστάθηκε στο θρόνο και ο γιος του Αλέξιος Δ΄ στέφθηκε συναυτοκράτορας. Αφού εκπλήρωσαν τις δικές τους υποσχέσεις και έλαβαν εγγυήσεις ότι θα τηρηθεί η συμφωνία που επιτεύχθηκε στη Ζάρα, οι σταυροφόροι βγήκαν από την πόλη, εγκαταστάθηκαν στο Γαλατά και περίμεναν να πληρωθούν το ποσό που συμφωνήθηκε. Αδυνατώντας να πληρώσει τους σταυροφόρους, ο Αλέξιος Δ΄ βρέθηκε ανάμεσα σε δύο πυρά: στη μια πλευρά οι ανυπόμονοι νεοφερμένοι από τη Δύση απαιτούσαν τα χρήματά τους και στην άλλη ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης ήταν οργισμένος που ο νεαρός αυτοκράτορας έφερε τους σταυροφόρους στην πόλη.

4. Η άλωση

Στα τέλη του Ιανουαρίου του 1204 ξέσπασε στην Κωνσταντινούπολη επανάσταση, η οποία έφερε στην εξουσία τον Αλέξιο Ε΄ Δούκα Μούρτζουφλο. Ο Ισαάκιος Β΄ πέθανε και ο Αλέξιος Δ΄ δολοφονήθηκε. Η άφιξη της αντιλατινικής παράταξης μόνο επιτάχυνε την τελευταία πράξη της βυζαντινής τραγωδίας. Όταν κατάλαβαν ότι δε θα πάρουν χρήματα, οι σταυροφόροι άρχισαν να ετοιμάζονται για νέα μάχη. Αποφάσισαν να καταλάβουν μία ακόμη φορά τη βυζαντινή πρωτεύουσα, όμως πλέον όχι για να εγκαταστήσουν νέα βυζαντινή κυβέρνηση αλλά για να κατατροπώσουν το κράτος και να εγκαθιδρύσουν στην επικράτειά του λατινική αυτοκρατορία.

Έπειτα από αυτό άρχισε η επίθεση κατά της Κωνσταντινούπολης και συνέβη το αναπόφευκτο. Την Τρίτη 13 Απριλίου 1204 η μεγαλούπολη στο Βόσπορο υπέκυψε στην υπεροχή των σταυροφόρων της Δ΄ Σταυροφορίας. Έτσι η Κωνσταντινούπολη, η οποία επί αιώνες έμεινε απόρθητη και άντεξε στις ισχυρές επιθέσεις των Περσών, ΑράβωνΑβάρων, Σλάβων, Βουλγάρων και Πετσενέγων, έπεσε στα χέρια των σταυροφόρων και των Βενετών.

Ο Ροβέρτος του Κλαρί, σταυροφόρος και μάρτυρας από λατινικής πλευράς, έγραψε ότι οι Γάλλοι ιππότες και σταυροφόροι της Δ΄ Σταυροφορίας πίστευαν όπως είναι απόγονοι των κατοίκων της αρχαίας Τροίας.3 Πρόκειται για ιδιαίτερα διαδεδομένο θρύλο στη Γαλλία του 13ου αιώνα, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε ως μια από τις δικαιολογίες για την κατάκτηση της βυζαντινής πρωτεύουσας. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι Λατίνοι επίσκοποι έπεισαν τους σταυροφόρους, οι οποίοι ήταν στρατοπεδευμένοι στο Βόσπορο, ότι η επιχείρησή τους είναι νόμιμη διότι οι Έλληνες προσέβαλαν τη ρωμαϊκή θρησκεία τονίζοντας ότι κηρύσσουν το δόγμα της σκύλοι, οπότε η επίθεση κατά της Κωνσταντινούπολης δεν είναι αμαρτία αλλά ευσεβής πράξη.4

Αφού κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, τρεις μέρες και τρεις νύχτες οι σταυροφόροι λεηλατούσαν την πόλη και διέπρατταν απάνθρωπες πράξεις. Ο Νικήτας Χωνιάτης, αυτόπτης μάρτυρας, περιγράφει τη φρίκη στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης μετά την είσοδο των σταυροφόρων στη Βασιλεύουσα στις 13 Απριλίου 1204. Γράφει ότι στους δρόμους ακούγονταν κλάματα, κραυγές, θρήνοι∙ στα σταυροδρόμια οδυρμοί, στις εκκλησίες αναφιλητά∙ άνδρες αδύναμοι από τη δυστυχία και τη θλίψη∙ γυναίκες που ωρύονταν διότι οι αλαζόνες επιδρομείς τις έσερναν στους δρόμους, τις αποσπούσαν από τους άνδρες τους και τις βίαζαν.5 Κατόπιν, στον ίδιο τόνο συνεχίζει πως πολλοί κουβαλούσαν στα άλογα γυναίκες τις οποίες είχαν βιάσει οι σταυροφόροι, τυλίγοντας ορισμένες από αυτές σε φαρδείς μανδύες και δένοντας τις μπερδεμένες μπούκλες τους και τα ανακατεμένα μαλλιά τους σε ένα κουβαράκι πίσω.6 Είναι γνωστή η φράση του Νικήτα Χωνιάτη ο οποίος για την ωμότητα των Λατίνων επιδρομέων στη βυζαντινή πρωτεύουσα έγραψε ότι και οι Σαρακηνοί ακόμα ήταν φιλάνθρωποι και ήμεροι σε σύγκριση με αυτούς τους άνδρες που έφεραν «τον σταυρόν επ’ ώμων».7

Ο Νικήτας Χωνιάτης, σύμφωνα με το μεσαιωνικό τρόπο σκέψης, πικρά θρηνεί και τονίζει πως κανένας οιωνός, ουράνιος ή γήινος –σε αντίθεση από πολλές παλαιότερες περιπτώσεις–, δεν ανήγγειλε την καταστροφή της βυζαντινής πρωτεύουσας. Ούτε ματωμένη βροχή έπεφτε από τον ουρανό, ούτε η σοδειά ήταν κόκκινη σαν το αίμα, ούτε πύρινοι λίθοι έπεφταν από τον ουρανό, ούτε οποιοσδήποτε άλλος οιωνός υπήρξε ο προάγγελος της επικείμενης δυστυχίας.8

Όταν οι Λατίνοι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, λεηλατήθηκαν και αποσπάστηκαν πολύτιμοι θησαυροί του μεγαλύτερου καλλιτεχνικού κέντρου του τότε κόσμου και μεγάλο μέρος τους καταστράφηκε ολοκληρωτικά. Ο Ροβέρτος του Κλαρί αναφέρεται στον τεράστιο πλούτο που έπεσε στα χέρια των κατακτητών· υπογραμμίζει ότι τέτοιος πλούτος δεν υπήρχε ούτε την εποχή του Αλεξάνδρου, ούτε του Καρλομάγνου, ούτε πριν ούτε μετά∙ δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί στις σαράντα πλουσιότερες πόλεις τόσος πλούτος όσος στη βυζαντινή πρωτεύουσα. Εξάλλου, και οι Έλληνες υποστήριζαν ότι τα δύο τρίτα του γήινου πλούτου είχαν συγκεντρωθεί στην Κωνσταντινούπολη, ενώ το υπόλοιπο ένα τρίτο ήταν διασκορπισμένο σε ολόκληρο τον κόσμο.9

Θα πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα η βάρβαρη συμπεριφορά των Λατίνων απέναντι στα μνημεία καλλιτεχνικής αξίας, τις βιβλιοθήκες και τους βυζαντινούς ιερούς χώρους. Εισβάλλοντας στους ναούς, οι σταυροφόροι στράφηκαν κατά των εκκλησιαστικών αντικειμένων και κοσμημάτων, παραβίαζαν κιβωτούς με λείψανα αγίων, έκλεβαν εκκλησιαστικά σκεύη, γκρέμιζαν και έσπαζαν πολύτιμα μνημεία, έκαιγαν χειρόγραφα. Η Κωνσταντινούπολη ποτέ δεν μπόρεσε να αναρρώσει από τη λατινική καταστροφή, διότι η αποδυναμωμένη Αυτοκρατορία δεν ήταν σε θέση να ανανεώσει τους ασύγκριτους χιλιετείς θησαυρούς που συγκεντρώνονταν από τον 4ο και 5ο αιώνα. Μνημεία της κλασικής τέχνης και ιερά αντικείμενα που ανάγονταν στην εποχή των Αποστόλων καταστράφηκαν ή διασκορπίστηκαν σε όλα τα σημεία της Ευρώπης. Θα πρέπει να προσθέσουμε ότι ο Νικήτας Χωνιάτης στο ιστορικό έργο του πρόσθεσε μικρό αφιέρωμα για τα μνημεία της Κωνσταντινούπολης που καταστράφηκαν όταν οι Λατίνοι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη.10

Ο Νικήτας Χωνιάτης, ο οποίος έπειτα από πέντε ημέρες τρομερής αβεβαιότητας στην πόλη, που ήταν εκτεθειμένη στις καταστροφές των Λατίνων ιπποτών και ευγενών, κατόρθωσε να διαφύγει, περιγράφει τις συναντήσεις με τους κατοίκους των γύρω χωριών. Πρόκειται για συγκλονιστικές μαρτυρίες για τη βαθιά ρήξη στην τότε βυζαντινή κοινωνία. Αφηγείται την περιφρόνηση και το μίσος καθώς και τη χαιρεκακία με την οποία οι Θράκες χωρικοί υποδέχθηκαν τη δύστυχη και κάποτε τόσο περήφανη βυζαντινή αριστοκρατία. Οι κάτοικοι των χωριών κοντά στην Κωνσταντινούπολη όχι μόνο χλεύαζαν τη φτώχεια και τη γύμνια των προσφύγων αλλά λόγω του φανατισμού τους χαρακτήριζαν αυτή την κατάσταση ισότητα. Επέμεναν ότι η ανέχεια των μέχρι χθες ευγενών πλουσίων ήταν τώρα όμοια με τη δική τους, υπήρχαν δε και κάποιοι οι οποίοι ευχαριστούσαν το Θεό που τους δόθηκε η ευκαιρία να πλουτίσουν αγοράζοντας αγαθά πάμφθηνα από τους δυστυχείς συμπατριώτες τους.11

Με την άλωση της Κωνσταντινούπολης τον Απρίλιο του 1204, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατέρρευσε. Στην επικράτειά της δημιουργήθηκαν ορισμένα λατινικά και ελληνικά κράτη. Οι δυνάμεις του Βυζαντίου απωθήθηκαν στην περιφέρεια και έπρεπε να περάσουν έξι δεκαετίες για την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Βυζαντινούς και για την παλινόρθωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 1261. Από την άλλη πλευρά, η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους απομάκρυνε για πάντα τη χριστιανική Ανατολή από τη χριστιανική Δύση. Όλες οι προσπάθειες πραγματικής προσέγγισης των δύο αυτών κόσμων δεν μπορούσαν πλέον να έχουν μέλλον. Εν ολίγοις, οι Βυζαντινοί ποτέ δε συγχώρεσαν τους Δυτικούς για αυτήν την ανήκουστη επιχείρηση και για όλα τα επακόλουθά της.

1. Νικηφόρος Γρηγοράς, Ρωμαϊκή ιστορία, Schopen, L. – Bekker, I. (επιμ.), Nicephori Gregorae historiae Byzantinae 1 (CSHB, Bonn 1829), σελ. 13.2. Geoffroy de Villehardouin, La conquête de Constantinople I:176, Faral, E. (επιμ.), (Paris 1973), σελ. 178.3. Robert de Clari, La conquête de Constantinople, Charlot, P. (επιμ.), (Paris 1939), CVI, σελ. 220-223.4. Robert de Clari, La conquête de Constantinople, Charlot, P. (επιμ.), (Paris 1939), LXXII, σελ. 153-154.5. Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, van Dieten, J. (επιμ.), Nicetae Choniatae historia (CFHB 11, Berlin 1975), σελ. 574.

6. Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, van Dieten, J. (επιμ.), Nicetae Choniatae historia (CFHB 11, Berlin 1975), σελ. 594.

7. Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, van Dieten, J. (επιμ.), Nicetae Choniatae historia (CFHB 11, Berlin 1975), σελ. 575.

8. Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, van Dieten, J. (επιμ.), Nicetae Choniatae historia (CFHB 11, Berlin 1975), σελ. 586.

9. Robert de Clari, La conquête de Constantinople, Charlot P. (επιμ.), (Paris 1939), LXXXI, σελ. 172-173.

10. Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, van Dieten, J. (επιμ.), Nicetae Choniatae historia (CFHB 11, Berlin 1975), σελ. 647-655.

11. Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, van Dieten, J. (επιμ.), Nicetae Choniatae historia (CFHB 11, Berlin 1975), σελ. 587-591, 593-594, 644-645.

*

*

Διαδραστικός χάρτης με τις διαδρομές των Σταυροφοριών

*

*

Το ιστορικό πλαίσιο της Άλωσης του 1204 >

Δ’ Σταυροφορία (12011204)

*

Το ιστορικό πλαίσιο της Άλωσης του 1204 >

Δ’ Σταυροφορία (12011204)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Δ' Σταυροφορία-1099 jerusalem

Η Δ’ Σταυροφορία (12011204) είχε στόχο την κατάληψη της Ιερουσαλήμ μέσω μιας εισβολής στην Αίγυπτο, αλλά παρέκκλινε από το στόχο της και οι Σταυροφόροι κατέλαβαν τελικά την Κωνσταντινούπολη, καταλύοντας τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και ιδρύοντας τη Λατινική Αυτοκρατορία. Ως ιστορικό γεγονός, η Δ’ Σταυροφορία αποτέλεσε ένα εξαιρετικά πολύπλοκο ιστορικό φαινόμενο, το οποίο υπήρξε αποτέλεσμα διάφορων συμφερόντων και συναισθημάτων: θρησκευτικά αισθήματα, ελπίδες των Σταυροφόρων για ηθική ανταμοιβή και επιθυμία για κέρδη και περιπέτειες και υλικά κέρδη από την άλλη πλευρά. Όμως, η επικράτηση των υλικών συμφερόντων, η οποία ήταν αισθητή και στις προηγούμενεςΣταυροφορίες, εκδηλώθηκε ξεκάθαρα κατά την Δ’ Σταυροφορία με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1204.

Πίνακας περιεχομένων

.

Η πολιτική κατάσταση πριν την έναρξη της Δ’ Σταυροφορίας

Άγιοι Τόποι

Την εποχή εκείνη η Παλαιστίνη ανήκε στην αιγυπτιακή δυναστεία των Αγιουβιδών. Μετά τον θάνατο όμως του Σαλαδίνου (Μάρτιος 1193), τα μέλη της δυναστείας ήλθαν σε εμφύλια σύγκρουση. Η εξέλιξη αυτή φαίνονταν ότι ήταν ευνοϊκή για την επιτυχή έκβαση μιας επικείμενης Σταυροφορίας.

Μάλιστα την εποχή εκείνη στα χέρια των Σταυροφόρων είχαν μείνει μόνο, δύο αξιόλογες πόλεις: η Αντιόχεια (στη Συρία) και η Τρίπολη (στην Παλαιστίνη), καθώς και ένα παραλιακό κάστρο, η Άκρα. Ήταν επομένως επιτακτική η κήρυξη Σταυροφορίας για την επανάκτηση των υπόλοιπων Αγίων Τόπων (κυρίως των Ιεροσολύμων).

.

Βυζαντινή Αυτοκρατορία

Τo έτoς πριν την έναρξη της Δ’ Σταυροφορίας στο Βυζάντιο επικρατούσε γενικός αναβρασμός και ατμόσφαιρα εμφυλίου πολέμου, η οποία οφειλόταν στις ανεπαρκείς ικανότητες τις αυτοκρατορικής δυναστείας των Αγγέλων.

Στην Πελοπόννησο, ο τοπικός άρχοντας Λέων Σγουρός είχε αποστατήσει, και με έδρα το Άργος επέκτεινε την κυριαρχία του βόρεια, μέχρι την κεντρική Εύβοια και τη Λάρισα. Στη Ρόδο αποστάτησε ο τοπικός άρχοντας, Λέων Γαβαλάς. Στην Μικρά Ασία σημαντικό υπήρξε το κίνημα του Θεόδωρου Λάσκαρη στη Βιθυνία. Στον Πόντο, τον Απρίλιο του 1204, η Τραπεζούντα καταλήφθηκε με γεωργιανό στρατό από τον εγγονό του Ανδρόνικου, Αλέξιο Α’, ο οποίος ίδρυσε εκεί στη συνέχεια τηνΑυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Η περιοχή της Σμύρνης, είχε αποσπαστεί από το Βυζάντιο από το 1198. Η περιοχή της Φιλαδέλφειας το 1203 αποστάτησε με επικεφαλής τον τοπικό της άρχοντα. Η Αττάλεια είχε και αυτή ανεξάρτητο δικό της κυβερνήτη, κάποιον Ιταλό τυχοδιώκτη. Η άλλοτε ισχυρή κεντρική εξουσία της Αυτοκρατορίας ήταν πια σκιώδης.

.

Η Δύση μετά την Γ’ Σταυροφορία

Κατά τα τέλη του 12ου αιώνα και κυρίως την εποχή που αυτοκράτορας της (γερμανικής) Αγίας Ρωμαϊκής ΑυτοκρατορίαςΕρρίκου Στ’, η επιρροή των Γερμανών ήταν αισθητή στηνΙταλία, ενώ τα σχέδια του απειλούνταν από το Βυζάντιο.

Ο νέος Πάπας, που εξελέγη το 1198, Ιννοκέντιος Γ’, έστρεψε την προσοχή του στην πλήρη αποκατάσταση της παπικής εξουσίας, στην οποία αποτελούσαν εμπόδιο οι εκάστοτε Γερμανοί Αυτοκράτορες και στην τοποθέτησή του ως αρχηγού κατά του Ισλάμ σε επικείμενη Σταυροφορία. Οι πόλεις της Ιταλίας, αντιδρώντας στην γερμανική επιρροή, βρίσκονταν στο πλευρό του Πάπα. Θεωρώντας ως εχθρό του παπισμού και της Ιταλίας την γερμανική αυτοκρατορική δυναστεία των Χοενστάουφεν, ο Πάπας άρχιζε να υποστηρίζει την αντίπαλη φατριά του Όθωνα του Μπράουνσβαϊχ.

Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας, Αλέξιος Γ’ πιστεύοντας πως θα μπορούσε να αποτελέσει το Βυζάντιο ένα κοσμικό κράτος, απέστειλε επιστολή στον Πάπα λέγοντας ότι μονό αυτός, ως απόγονος της γνήσιας οικουμενικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας θα ήταν δυνατό να επιβληθεί πολιτικά σε όλο τον δυτικό κόσμο. Στην πραγματικότητα, η πολύπλοκη εσωτερική και εξωτερική κατάσταση του Βυζαντίου δεν άφηνε καμία ελπίδα για την επιτυχία τόσο φιλόδοξων σχεδίων.

.

Πάπας Ιννοκέντιος Γ’

Ο Ιννοκέντιος, σε αντίθεση με τους προκατόχους του, δεν ήθελε να βλέπει το Βυζάντιο ως σχισματικό κράτος και άρχισε συνεννοήσεις για την ένωση των Εκκλησιών, απειλούσε μάλιστα ότι σε περίπτωση που ο Αλέξιος Γ’ φέρει αντιρρήσεις θα υποστηρίξει τον εκθρονισθέντα αυτοκράτορα Ισαάκιο, που η κόρη του είχε παντρευτεί τον Γερμανό Φίλιππο της Σουαβίας. Ο Αλέξιος Γ’ όχι μόνο δεν συμφώνησε με την πιθανή ένωση των εκκλησιών, αλλά σε επιστολή του υποστήριξε ότι η αυτοκρατορική εξουσία είναι ανώτερη από την πνευματική. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ενταθούν οι μεταξύ τους σχέσεις.

Ταυτόχρονα με τις διπλωματικές προσεγγίσεις ο Ιννοκέντιος οργάνωνε την επικείμενη Σταυροφορία, κατά την οποία οι Χριστιανοί της Ανατολής και της Δύσης θα ενώνονταν για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τα χέρια των ‘απίστων’. Απεσταλμένοι του Πάπα εστάλησαν σε όλους τους άρχοντες της Ευρώπης που ταυτόχρονα υπόσχονταν άφεση αμαρτιών σε περίπτωση συμμετοχής. Στο κάλεσμα όμως δεν ανταποκρίθηκε ικανοποιητικός αριθμός: ο βασιλιάς Φίλιππος Αύγουστος Β’ της Γαλλίας είχε ήδη αφορισθεί λόγω του διαζυγίου του, ο Ιωάννης ο Ακτήμων της Αγγλίας ήταν απασχολημένος σε συγκρούσεις με τους βαρόνους του και στη Γερμανία, είχε ξεσπάσει αγώνας μεταξύ του Όθωνα του Μπράουνσβαϊχ και του Φιλίππου του Σουαβίας. Από τους σημαντικούς βασιλιάδες μόνο αυτός της Ουγγαρίας έλαβε μέρος στην Σταυροφορία. Πάντως οι πιο εκλεκτοί ιππότες της Δύσης, κυρίως από τη βόρεια Γαλλία, ακολούθησαν τους Σταυροφόρους.

.

Δόγης Δάνδολος

Σημαντικό ρόλο στην Δ’ Σταυροφορία έπαιξε ο δόγης της Βενετίας Ερρίκος Δάνδολος. Αν και ανέβηκε στον θρόνο σε ηλικία ογδόντα ετών, ήταν αρκετά δυναμικός ως χαρακτήρας και είχε πλήρη επίγνωση των επιδιώξεων της Βενετίας, κυρίως των οικονομικών. Επίσης υπήρξε, κατά τις πηγές, μεγαλοφυής διπλωμάτης, πολιτικός και πολύπειρος οικονομολόγος.

Την εποχή εκείνη οι σχέσεις Βενετίας και Βυζαντίου δεν ήταν φιλικές. Ένας θρύλος αναφέρει ότι ο Δάνδολος, όταν ήταν νεώτερος και έμενε για ένα διάστημα φιλοξενούμενος στηνΚωνσταντινούπολη, τυφλώθηκε ύπουλα από κάποιους Βυζαντινούς με ένα κοίλο κάτοπτρο που αντανακλούσε τις ακτίνες του ήλιου και το γεγονός αυτό ήταν η αιτία του μίσους που έτρεφε ο δόγης προς το Βυζάντιο. Βέβαια η αμοιβαία δυσπιστία και ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο κρατών είχαν βαθύτερα αίτια. Ο Δάνδολος είχε αντιληφθεί καλά ότι η Ανατολή (χριστιανική και μωαμεθανική) ήταν πηγή πλούτου και έστρεψε την προσοχή του πρώτα στον πλησιέστερο αντίπαλο, το Βυζάντιο. Ως πρώτο βήμα ζήτησε την πλήρη αποκατάσταση όλων των εμπορικών προνομίων που είχε αποκτήσει η Βενετία παλαιότερα στο Βυζάντιο και είχαν περιοριστεί την εποχή των Κομνηνών. Επίσης, όπως και ο Πάπας, έτσι και ο Δάνδολος απειλούσε ότι θα υποστηρίξει τις αξιώσεις επί του βυζαντινού θρόνου της οικογένειας του εκθρονισθέντος Ισαάκιου Αγγέλου.

.

Προπαρασκευή

Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της Δ’ Σταυροφορίας δύο χαρακτήρες έπαιξαν σημαντικό ρόλο: ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ ως αντιπρόσωπος του πνευματικού παράγοντα και ο δόγης Ερρίκος Δάνδολος, ως εκπρόσωπος του κοσμικού παράγοντα, που έδινε προτεραιότητα στους υλιστικούς εμπορικούς σκοπούς. Ο κόμης Θεοβάλδος Γ’ της Καμπανίαςεξελέγη αρχηγός του στρατού των Σταυροφόρων, αλλά πέθανε ξαφνικά πριν αρχίσει η Σταυροφορία. Ως νέος ηγέτης εκλέχθηκε ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός, έτσι η αρχηγία περιήλθε σε Ιταλό πρίγκιπα.

.

Έναρξη της Σταυροφορίας: Ζάρα

Οι Σταυροφόροι έπρεπε να συγκεντρωθούν αρχικά στη Βενετία, που αντί ορισμένου χρηματικού ποσού ανέλαβε να τους μεταφέρει με τα πλοία της στην Ανατολή. Η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας όμως δεν ήθελε να τους μεταφέρει πριν εισπράξει ολόκληρο το χρηματικό ποσό που της είχαν υποσχεθεί. Μη έχοντας όλο το ποσό, οι Σταυροφόροι αναγκάστηκαν να δεχτούν την πρόταση του Δάνδολου: να τον βοηθήσουν να καταλάβει τη δαλματική πόλη Ζάρα (σημερινή Ζαντάρ) που είχε αποσπαστεί από τη Βενετία για να προσαρτηθεί στην Ουγγαρία. Αν και ο βασιλιάς της Ουγγαρίας μετείχε στην Σταυροφορία, οι Σταυροφόροι δέχτηκαν την πρόταση του δόγη και κατευθύνθηκαν εναντίον της Ζάρα, μιας πόλης που επρόκειτο να συμμετάσχει στη Σταυροφορία. Έτσι η Σταυροφορία που προορίζονταν να στραφεί κατά των μουσουλμάνων «απίστων» άρχισε την πολιορκία μιας χριστιανικής πόλης στην οποία ζούσαν Σταυροφόροι. Παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του Πάπα και τις απειλές για μαζικούς αφορισμούς, οι σταυροφόροι κατέλαβαν τη Ζάρα και την κατέστρεψαν. Δεν πτοήθηκαν ούτε όταν οι κάτοικοι της πόλης τοποθέτησαν στα τείχη Εσταυρωμένους.

Όταν ο Πάπας πληροφορήθηκε την κατάληψη της Ζάρα και άκουσε τα εναντίον των Σταυροφόρων και των Ενετών παράπονα του Βασιλιά της Ουγγαρίας, προέβη στον αφορισμό τους. Αυτό, όμως, δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, αν και ανακάλεσε μετέπειτα τον αφορισμό κατά των Σταυροφόρων άφησε ‘τιμωρημένους’ τους Βενετούς. Πάντως, ο Ιννοκέντιος δεν απαγόρευσε στους Σταυροφόρους να έρχονται σε επαφή με τους αφορεσμένους Βενετούς και έτσι η συνεργασία τους συνεχίστηκε.

.

Παρέκκλιση προς Κωνσταντινούπολη

Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Ζάρα, αναδείχτηκε μια νέα προσωπικότητα στο προσκήνιο: ο γιος του εκθρονισμένου βυζαντινού αυτοκράτορα Ισαάκιου, Αλέξιος, που είχε καταφύγει στη Δύση με σκοπό να ζητήσει βοήθεια για την αποκατάσταση του θρόνου του. Ενώ αρχικά κατέφυγε στην Γερμανία, ο Όθωνας του Μπράουνσβαϊχ ήταν ανίκανος να τον υποστηρίξει, λόγω εσωτερικών προβλημάτων στην χώρα του, έστειλε όμως αντιπροσωπεία στη Ζάρα, ζητώντας από τη Βενετία και τους Σταυροφόρους να τον βοηθήσουν. Για τη βοήθεια αυτή ο Αλέξιος υποσχέθηκε, σε ό,τι αφορούσε τον θρησκευτικό τομέα, να υποτάξει το Βυζάντιο στη Ρώμη, αλλά και να πληρώσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό μετά την αποκατάστασή του και τέλος να συμμετάσχει και ο ίδιος προσωπικά στην μετέπειτα Σταυροφορία.

Ο Δάνδολος αντιλήφθηκε αμέσως όλα τα πλεονεκτήματα αυτής της πρότασης και ήθελε να παίξει κύριο ρόλο στην εκστρατεία κατά της Κωνσταντινούπολης. Έβλεπε ότι ανοίγονταν μεγάλες ευκαιρίες από αυτή την τροπή των γεγονότων. Αρχικά, οι Σταυροφόροι δεν ενέκριναν αυτή την αλλαγή στα σχέδια, όμως τελικά συμφώνησαν με τον Δάνδολο. Οι περισσότεροι από τους Σταυροφόρους αποφάσισαν να συμμετάσχουν κατά της Κωνσταντινούπολης, υπό τον όρο μετά να κατευθυνθούν προς την Αίγυπτο. Έτσι, τον Μάιο του 1203 ο Ενετικός στόλος με τον Δάνδολο, τον Βονιφάτιο Μομφερατικό και τον πρίγκιπα Αλέξιο, απέπλευσε από τη Ζάρα και ύστερα από ένα μήνα έκανε την εμφάνισή του στην πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Πολλοί ερευνητές πάντως έχουν δώσει μεγάλη σημασία στο ζήτημα αυτής της παρέκκλισης της Σταυροφορίας προς Κωνσταντινούπολη. Αυτή η εκδοχή των τυχαίων συμπτώσεων που οδήγησαν τελικά την Σταυροφορία κατά του Βυζαντίου, υποστηρίζεται από τον ιστορικό Γοδεφρείδο Βιλλεαρδουίνο, που είχε συμμετάσχει στην Σταυροφορία και ήταν κύρια πρωτογενής πηγή της Δ’ Σταυροφορίας. Υπάρχουν όμως και άλλες πηγές που υποστηρίζουν ότι η πορεία κατά της Κωνσταντινούπολη είχε μυστικά αποφασιστεί εξαρχής από τον Πάπα και τον Γερμανό βασιλιά Φίλιππο της Σουαβίας[1][2]. Γενικά, από διαφορετικές πηγές έχουν διατυπωθεί τα δύο αυτά διαφορετικά σενάρια, δηλαδή των «τυχαίων γεγονότων» και της «προμελέτης»[3][4].

Μια άλλη ιστορική πηγή, ο Γάλλος μελετητής, Μα-Λατρί, υποστήριξε ότι η Βενετία, είχε μυστική συνθήκη με τον Σουλτάνο της Αιγύπτου και, ως εκ τούτου, με δεξιοτεχνία ανάγκασε τους Σταυροφόρους να εγκαταλείψουν τον βασικό τους στόχο, την Αίγυπτο, και να κατευθυνθούν εναντίον του Βυζαντίου[5].

Πέρα από τις διάφορες θεωρίες, οι πηγές συγκλίνουν σε ένα συμπέρασμα: ότι επικράτησε η ισχυρή θέληση του Δάνδολου, ο οποίος είχε ανησυχήσει από την οικονομική ανάπτυξη των άλλων ιταλικών κρατών, της Γένουας και της Πίζας και προσδοκούσε στον απεριόριστο πλούτο και λαμπρό μέλλον από την κατάκτηση των αγορών της Ανατολής.

Τελικά, κατά τα τέλη του Ιουνίου του 1203, ο στόλος των Σταυροφόρων έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, η οποία την εποχή εκείνη κατά τον Νικήτα Χωνιάτη, θύμιζε στους Δυτικοευρωπαίους «την Σύβαρι, που ήταν γνωστή για την μαλθακότητά της»[6]. Από σύγχρονες δυτικές πηγές, αναφέρεται ο απεριόριστος θαυμασμός που έτρεφαν οι Σταυροφόροι για το πλούτο που κατείχε η Πόλη.

.

Η πρώτη Άλωση (1204)

Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204).

>

Φαινόταν πιθανό ότι η οχυρωμένη βυζαντινή πρωτεύουσα θα μπορούσε να αντισταθεί με επιτυχία στους Σταυροφόρους, των οποίων ο αριθμός δεν ήταν τόσο μεγάλος. Οι τελευταίοι, όμως, αποβιβάστηκαν στην ευρωπαϊκή ακτή και κατέλαβαν τον Γαλατά, έσπασαν την αλυσίδα που έκλεινε τον Κεράτιο κόλπο και εισχώρησαν σε αυτόν πυρπολώντας τα πλοία που βρίσκονταν εκεί. Ταυτόχρονα οι ιππότες επιτέθηκαν κατά της πόλης, που παρά την απεγνωσμένοι αντίσταση, ιδιαίτερα από τους μισθοφόρους Βαράγγους, καταλήφθηκε τον Ιούλιο του 1203 από τους Σταυροφόρους.

Ο Αλέξιος Γ΄ που δεν είχε ούτε τη θέληση, ούτε τη δύναμη να αντισταθεί, εγκατέλειψε την πόλη και διέφυγε παίρνοντας μαζί του το δημόσιο θησαυροφυλάκιο. Ο Ισαάκιος Β΄ απελευθερώθηκε από τη φυλακή και επανήλθε στον θρόνο, ενώ ο γιος του Αλέξιος που είχε φτάσει μαζί με τους Σταυροφόρους ανακηρύχθηκε συν-αυτοκράτορας (Αλέξιος Δ΄). Η πρώτη αυτή πολιορκία και κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους έγινε με σκοπό την αποκατάσταση του Ισαακίου Β΄ στον θρόνο.

.

Αλλαγή σχεδίων

Η συνέχεια της Σταυροφορίας δεν ήταν αυτή που είχε σχεδιαστεί στη Ζάρα. Το αυτοκρατορικό ταμείο πλέον ήταν άδειο. Απελπισμένος ο νέος συν-αυτοκράτορας προσπαθεί να συλλέξει το χρηματικό ποσό που έχει υποσχεθεί στους Σταυροφόρους με διάφορους τρόπους: πρόσθετοι φόροι, δασμοί, συλλέγεται ακόμη και το ασήμι και το χρυσάφι από το στολισμό της εκκλησιαστικής περιουσίας. Όμως ο λαός της Κωνσταντινούπολης τρέφει εχθρικά αισθήματα για την νέα του εξουσία, που την θεωρούσε προδοτική καθώς συναίνεσε στην Άλωση της πόλης. Η επανάσταση δεν αργεί να ξεσπάσει. Ο λαός της Πόλης ανατρέπει την εξουσία του και ανακηρύσσει αυτοκράτορα τον Αλέξιο Ε΄ Μούρτζουφλο. Ο Μούρτζουφλος, γνωστός και ως Αυτοκράτορας Αλέξιος Ε΄, υποστηριζόταν από την παράταξη που διατίθεντο εχθρικά προς τους Σταυροφόρους και δεν δέχεται σε καμία περίπτωση να τηρήσει τους όρους των προκατόχων του με τους Σταυροφόρους και αρνείται οποιονδήποτε συμβιβασμό. Αντίθετα προσπαθεί να οργανώσει την άμυνα της πόλης για ενδεχόμενη επίθεση που δεν αργεί να πραγματοποιηθεί.

Οι Σταυροφόροι μετά το θάνατο του Ισαακίου και του Αλεξίου, ύστερα από διαταγή του ίδιου του Μούρτζουφλου, θεώρησαν τους εαυτούς τους απαλλαγμένους από κάθε υποχρέωση που είχαν αναλάβει έναντι του Βυζαντίου. Η ευθεία σύγκρουση Ελλήνων και Σταυροφόρων ήταν πια αναπόφευκτη και οι δεύτεροι άρχισαν να σχεδιάζουν την, για λογαριασμό τους, κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Τον Μάρτιο του ίδιου έτους (1204) πραγματοποιήθηκε μεταξύ Βενετίας και Σταυροφόρων συνθήκη, σχετικά με τη διαίρεση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η πρώτη πρόταση της συνθήκης είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή: «Εν ονόματι του Χριστού, πρέπει να καταλάβουμε, δια των όπλων, την πόλη» [7]. Τα κύρια σημεία της συνθήκης είχαν ως εξής[8]:

  • Η κυβέρνηση των Λατίνων θα εγκαθίστατο στην πόλη και οι σύμμαχοι τους θα συμμετείχαν στην κατανομή των λαφύρων.
  • Επιτροπή αποτελούμενη από έξι Βενετούς και έξι Γάλλους, θα εξέλεγε εκείνον που, κατά τη γνώμη τους, θα κυβερνούσε καλύτερα τη χώρα «προς δόξαν του Θεού, της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας και της Αυτοκρατορίας».
  • Ο Αυτοκράτορας θα είχε στη διάθεσή του το ένα τέταρτο της πόλης, την έξω από την πόλη περιοχή, καθώς και δύο ανάκτορα εντός της πόλης.
  • Τα υπόλοιπα τρία τέταρτα θα δίνονταν κατά το ήμισυ στους Βενετούς και το υπόλοιπο στους άλλους Σταυροφόρους.
  • Όλοι οι Σταυροφόροι που θα λάμβαναν μικρές ή μεγάλες κτήσεις, εκτός από τον Ερρίκο Δάνδολο, όφειλαν να ορκιστούν πίστη στον Αυτοκράτορα.

.

Οριστική Άλωση και λεηλασίες

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης, έργο του Ντελακρουά.

>

Αφού οι Σταυροφόροι δέχθηκαν τους όρους αυτούς, άρχισαν την προσπάθειά τους να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη με συνδυασμένες επιθέσεις από ξηρά και θάλασσα. Μια πρώτη επίθεση των Σταυροφόρων το πρωί της 9ης Απριλίου 1204 εναντίον του θαλάσσιου τείχους αποκρούστηκε. Στις 12 Απριλίου, όμως η επίθεση επαναλήφθηκε στο τείχος του Κεράτιου. Οι Βενετοί, που είχαν δέσει τις γαλέρες τους ανά δύο και τις είχαν υπερυψώσει με ξύλινες κατασκευές, τις οδήγησαν γεμάτες στρατό κατά των πύργων. Μετά από σκληρή μάχη, το απόγευμα κατόρθωσαν να καταλάβουν δύο πύργους και να δημιουργήσουν πρώτα ένα άνοιγμα στα τείχη και να ανοίξουν τρεις πύλες από όπου άρχιζαν να εισχωρούν στην πόλη. Όταν νύχτωσε, οι Σταυροφόροι είχαν καταλάβει ένα μικρό μέρος της περιοχής κοντά στον Κεράτιο κόλπο. Η βυζαντινή ηγεσία απέδειξε τότε πως δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τις περιστάσεις. Ο Αλέξιος Ε’ Μουρτζούφλος και πολλοί ευγενείς εγκατέλειψαν την πόλη από τις χερσαίες πύλες προς τη Θράκη. Έτσι την επόμενη μέρα οι επιτιθέμενοι άρχισαν να προελαύνουν χωρίς να συναντήσουν ουσιαστική αντίσταση. Η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας «έπεσε αφού υπέστη την επίθεση αυτής της εγκληματικής και πειρατικής εκστρατείας που λέγεται Δ’ Σταυροφορία»[9].

Μετά την κατάληψη της πόλης, επί τρεις μέρες, οι Λατίνοι μεταχειρίστηκαν με φοβερή σκληρότητα, λεηλατώντας κάθε τι που είχε συγκεντρωθεί, δια μέσου των αιώνων, στην Κωνσταντινούπολη. Τίποτα δεν έμεινε σεβαστό: οι εκκλησίες, τα λείψανα, τα μνημεία τέχνης. Οι ιππότες της Δύσης και οι στρατιώτες τους, καθώς και οι Λατίνοι μοναχοί και ηγούμενοι, έλαβαν και αυτοί μέρος στη λεηλασία. Ο Νικήτας Χωνιάτης, αυτόπτης μάρτυρας της κατάληψης της πόλης, δίνει μια τρομακτική εικόνα της λεηλασίας, της βίας και της ερήμωσης που έφεραν οι Σταυροφόροι.

Κατά τη διάρκεια των τριών ημερών λεηλασίας, χάθηκαν πολλά πολύτιμα έργα τέχνης, πολλές βιβλιοθήκες λαφυραγωγήθηκαν και πολλά χειρόγραφα καταστράφηκαν, ενώ η Αγία Σοφία λεηλατήθηκε ανελέητα. Ο Βιλλεαρδουίνος παρατηρεί ότι «από την εποχή της δημιουργίας του κόσμου, ποτέ, σε καμία πόλη, δεν κατακτήθηκαν τόσα λάφυρα»[10]. Μετά από αυτή την Σταυροφορία, όλη η δυτική Ευρώπη κοσμήθηκε με τους θησαυρούς της Κωνσταντινούπολης, ενώ οι περισσότερες από τις εκκλησίες της Δυτικής Ευρώπης απέκτησαν μέρος από τα «ιερά λείψανα» της πόλης. Το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων, που βρίσκονταν σε μοναστήρια της Γαλλίας, καταστράφηκε κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης (1789). Τα τέσσερα ορειχάλκινα άλογα που αποτελούσαν ένα από τα καλύτερα στολίδια του Ιπποδρόμου της Κωνσταντινούπολης, μεταφέρθηκαν από τον Δάνδολο στην Βενετία, όπου και διακοσμούν σήμερα την εξώθυρα του καθεδρικού ναού του Αγίου Μάρκου.

.

Το νέο πολιτικό σκηνικό

Εν τω μεταξύ προέκυψε το πρόβλημα της οργάνωσης της κατακτηθείσας περιοχής από τους Σταυροφόρους. Τελικά αποφασίστηκε η ίδρυση μια Αυτοκρατορίας, όμοιας με αυτής που προϋπήρχε και τέθηκε ζήτημα εκλογής Αυτοκράτορα. Ο επικρατέστερος φαίνονταν ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός. Ο Δάνδολος όμως φαίνεται ότι αντιτάχθηκε στην υποψηφιότητα αυτή, θεωρώντας τον πολύ ισχυρό και φοβούμενος το γεγονός ότι οι κτήσεις του βρίσκονταν πολύ κοντά στην Βενετία. Έτσι και παραμερίστηκε και επιλέχτηκε ο Βαλδουίνος, κόμης της Φλάνδρας, που απείχε περισσότερο από τη Βενετία, ενώ συγχρόνως ήταν λιγότερο δυναμικός.

Σχετικά με τη διανομή των εδαφών, η Κωνσταντινούπολη, βάσει της συμφωνίας διανομής (Partitio Terrarum Imperii Romaniae), ο Βαλδουίνος έλαβε τα πέντε όγδοα και ο Δάνδολος τα τρία όγδοα μαζί με την Αγία Σοφία. Ο Βαλδουίνος έλαβε και την περιοχή της νότιας Θράκης, ένα μικρό τμήμα της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας στον Ελλήσποντο και μερικά νησιά του Αιγαίου. Ο Βονιφάτιος πήρε τη Μακεδονία με τη Θεσσαλονίκη καθώς και τη βόρεια Θεσσαλία και γινόταν υποτελής του Βαλδουίνου.

Η Βενετία κατά τον διαμοιρασμό, εξασφάλισε τη μερίδα του λέοντος. Η Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου έλαβε μερικές περιοχές στις ακτές της Αδριατικής, όπως π.χ. το Δυρράχιο, τα νησιά του Ιονίου, το μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου, περιοχές στην Πελοπόννησο, την Κρήτη, μερικούς λιμένες στην Θράκη. Βάσει της συμφωνίας, η Αγία Σοφία περιήλθε στα χέρια του κλήρου της Βενετίας και ο Βενετός Θωμάς Μοροζίνι έγινε Πατριάρχης και κεφαλή της Καθολικής Εκκλησίας της Νέας Αυτοκρατορίας.

Σε αυτή την κατάσταση, δημιουργήθηκαν εστίες ελληνικής αντίστασης. Ήδη είχαν δημιουργηθεί η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και η Αυτοκρατορία της Νίκαιας. Αμέσως, μετά οΘεόδωρος Κομνηνός Δούκας ιδρύει το Δεσποτάτο της Ηπείρου, με πρωτεύουσα την Άρτα.

.

Πρωτογενείς πηγές

  • Ο Νικήτας Χωνιάτης ιστορικός του Βυζαντίου, κατέγραψε την καταστροφή της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους.
  • Ο Γοδεφρείδος Βιλλαρδουίνος, σταυροφόρος με σημαντική επιρροή, παρών σε όλες τις αποφάσεις που οδήγησαν στην εξέλιξη της Δ’ Σταυροφορίας, και ιστορικός.
  • Ο Ρομπέρ του Κλαρύ (Robert de Cléry), σταυροφόρος από την Πικαρδία.
  • Ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ΄, μέσω της δριμύτατα επικριτικής επιστολής που έστειλε στον Επίτροπό του στην Ιερουσαλήμ, ο οποίος εγκατέλειψε τη θέση του για να υποστηρίξει τους Σταυροφόρους στην Κωνσταντινούπολη.

.

Δευτερογενείς πηγές

  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Τόμος Θ’. Εκδοτική Αθηνών. Αθήνα ISBN 978-960-213-105-3.
  • Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Α. Βασίλιεφ. Μετάφραση Δημοσθένη Σαβράμη. Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος. 1971.

.

Επιπλέον Βιβλιογραφία

  • Μαλτέζου Χρύσα, «Σχόλια στην εικονογραφημένη ιστορία της τέταρτης σταυροφορίας στο δουκικό παλάτι της Βενετίας», Θησαυρίσματα / Thesaurismata, τομ. 31 (2001),σελ. 9-28

.

Παραπομπές

  1.  The chronicles of Novgorod, σελ. 181, C. Kopf.
  2.  The version of Novgorod of the forth Crusade. Bazilli. IstoricheskiyaIzvestiya, τεύχη 3&4, σελ. 55.
  3.  Η αλλαγή της της κατεύθυνσης της Δ’ Σταυροφορίας. P. Mitrofanov. σελ. 461-523 (Ρώσικα).
  4.  Die Vierte Kreuzzug und Seine Probleme. Neue Jahrbuecher fuer das Klassische Altertum. 1904. σελ. 505-514.
  5.  Historie de l’ Isle de Chypre. Mas-Latrie. σελ. 162-163 (Γαλλικά).
  6.  Historia, έκδοση Bonn, σελ. 717. Νικήτα Χωνιάτη.
  7.  «Tafel & Thomas, Urkunden zur altern Handels- und Staatsgeschichte I, σελ. 446 (γερμανικά)
  8.  N. H. Baynes Byzantine Civilization. 1926, σελ. 289 (αγγλικά)
  9.  N.H. Bayes «Byzantine Civilization». History X, 1926, σελ. 289. (αγγλικά)
  10.  La Conquete de constantinople. Έκδοση de Wailly, παρ. 250, σελ. 147. (γαλλικά)

.

Εξωτερικές συνδέσεις

Πηγή: Βικιπαίδεια

*

Όσοι ενδιαφέρεστε, τσεκάρετε νέες ενημερώσεις της παρούσας ανάρτησης, αλλά και νέες σχετικές αναρτήσεις /

θα περάσουμε ντοκιμαντέρ & άρθρα σχετικά με τις Σταυροφορίες

*

5 σκέψεις σχετικά με το “Oι «Δυτικοί μας φίλοι» & τα κατορθώματά τους, εις τους αιώνες των αιώνων 3: η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους Δυτικούς (Άλωση 1204)

  1. …νομίζω οτι μετά το τέλος του σκοταδισμού αυτής της περιόδου η Δυτική Ευρώπη με τους διανοητές της και με την επίσημη παιδεία της δεν αναγνώρισε τα λάθη και τις αμαρτίες των προγόνων της εις βάρος του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού που τον αποθέωσε και τον ανάδειξε ως το σημείο αναφοράς των ανθρωπιστικών φιλοσοφικών ιδεών μετά την Αναγέννηση…απλώς εμείς οι έλληνες οι συνεχιστές αυτού του πολιτισμού αποδειχθήκαμε πολύ αποδυναμωμένοι «ψυχικά και ηθικά» και εθνολογικά, για να υψώσουμε το ανάστημά μας απέναντι στο Δυτικό πολιτισμό (για πολιτικούς κυρίως λόγους της εγχώριας γλυψοκρατίας προς τους Ευρωπαίους…κάτι που συνεχίζεται και στις μέρες μας αριστερόθεν και δεξιόθεν).

  2. Η αριστερά είναι η προφυλακή της διείσδυσης του ισλαμικού απολυταρχικού δεσποτισμού στην ευρώπη.

    Και δεν συγκινείται από αναφορές περί μερικής ελληνικότητας του βυζαντίου.

    Ποιο βυζάντιο και ποια ελληνικότητα;

    Η μεγαλύτερη χαρά της αριστεράς και της διανόησής της σήμερα είναι η εξαφάνιση κάθε ιδέας, οργανισμού, κοινωνίας, κλπ κλπ που θυμίζει ή επιμένει πως έχει, ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ με τις ιδέες του ελληνισμού περί ελευθερίας και δημοκρατίας. Περί ανθρωποκεντρισμού.

    Εχει ρίξει πολύ χρήμα το διεθνές διευθυντήριο για να φτάσουμε ως εδώ.

    • Και πότε ξάδειασε από τα ταξικά διαβάσματά της και βρήκε χρόνο να διαβάσει βυζαντινή ιστορία η αριστερά;

      Εξάλλου οτι υπήρξε πριν την νεωτερικότητα είναι ανύπαρκτο. Δεν υπήρξε στην πραγματικότητα. Είναι φανταστικό.

Σχολιάστε