R. Magritte, The Lovers I
Η συντριπτική πλειονότητα των ενηλίκων επιδιώκει τη χαρά και την ευτυχία που προσφέρουν οι ερωτικές σχέσεις. Χαρακτηριστικό των σχέσεων αυτής της μορφής είναι ότι αρχικά αναπτύσσονται με πολύ ταχύ ρυθμό, ενώ με την πάροδο του χρόνου ο ρυθμός της αύξησης του ερωτικού συναισθήματος μειώνεται. Στις ερωτικές σχέσεις επικρατούν συναισθήματα συμπάθειας και στοργής, μεγάλη οικειότητα, έντονο ενδιαφέρον, υψηλή αυτοαποκαλυπτικότητα, αλλά κυρίως ισχυρή διέγερση και σεξουαλική έλξη μεταξύ των αλληλεπιδρώντων. Οι ερωτικές σχέσεις ωστόσο δεν κατακλύζονται πάντα από θετικά συναισθήματα.
Το έντονο επίπεδο διέγερσης συχνά δημιουργεί στους ερωτευμένους άγχος, αγωνία, ανασφάλεια και έμμονες ιδέες (Hindy, Schwartz & Brodsky, 1989).
Τα συναισθήματα αυτά όμως είναι δυνατόν να αυξήσουν ακόμα περισσότερο την ένταση του ερωτικού συναισθήματος.
Το υψηλό επίπεδο διέγερσης των ερωτευμένων μπορεί να είναι το αποτέλεσμα της ερωτικής σχέσης, αλλά μπορεί να συνιστά και μία από τις βασικές αιτίες δημιουργίας της ερωτικής σχέσης.
Πολλές μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι όταν το επίπεδο διέγερσης των ατόμων (για οποιαδήποτε αιτία) είναι υψηλό και ταυτόχρονα στον ίδιο χώρο βρεθεί ένα ελκυστικό άτομο του αντίθετου φύλου, τότε οι πιθανότητες δημιουργίας ερωτικού συναισθήματος αυξάνονται δραματικά. Αυτό, σύμφωνα με τον Zillmann, οφείλεται στο γεγονός ότι συχνά οι άνθρωποι «μεταφέρουν τη διέγερση» που αισθάνονται για ένα αντικείμενο σε κάποιο άλλο αντικείμενο («excitation transfer»).
Οι διαρκείς σκέψεις και οι έμμονες ιδέες για το υποκείμενο της ερωτικής έλξης συμβάλλουν επίσης στην αύξηση των συναισθημάτων πάθους. Ο Tesser (1978) διατύπωσε την άποψη ότι όσο περισσότερο σκεπτόμαστε κάποιο θέμα, τόσο πιο ακραίες θέσεις διαμορφώνουμε γι’ αυτό.
Οι Tesser και Paulus (1976), ερευνώντας τις «αυτοπροκαλούμενες αλλαγές» στα αισθήματα αγάπης, διαπίστωσαν ότι όσο περισσότερο οι ερωτευμένοι σκέπτονται τους συντρόφους τους, τόσο αυξάνεται το πάθος τους.
Η αγάπη δυναμώνει τη σκέψη και η σκέψη την αγάπη.
Με αυτό τον τρόπο συχνά η αγάπη μετατρέπεται σε πάθος και η σκέψη σε έμμονη ιδέα.
Ο φαύλος κύκλος γίνεται εντονότερος όταν οι σύντροφοι γνωρίζουν λίγα ο ένας για τον άλλο ή όταν οι περιστάσεις τούς κρατούν χωριστά (Beach & Tesser, 1988).
Ο Person (1988), αξιολογώντας τον ρόλο της σκέψης στα αισθήματα πάθους, διατύπωσε την άποψη ότι «ο έρωτας είναι δημιούργημα της φαντασίας».
Πολλοί σημαντικοί ερευνητές των ανθρώπινων αισθημάτων υποστηρίζουν ότι οι υπάρχουσες διαφορές μεταξύ του έρωτα και της φιλίας πηγάζουν από το γεγονός ότι ο έρωτας συνεπαίρνει και ενεργοποιεί τη φαντασία (Aron, Dutton, Aron & Iverson, 1989).
Η φυσική έλξη, ιδιαίτερα στην αρχή της ερωτικής σχέσης, ενισχύει τις πιθανότητες ανάπτυξης του ερωτικού συναισθήματος, ενώ θετικά επίσης δρουν η ταυτότητα των αντιλήψεων και των αξιών και η ομοιότητα στο νοητικό κυρίως επίπεδο. Η σεξουαλική έλξη στην αρχή της επαφής εκφράζεται ασυνείδητα και ανεξέλεγκτα μέσω της μη λεκτικής οδού, με διεύρυνση της κόρης των ματιών, ένταση του μυϊκού συστήματος του προσώπου και του σώματος, προσπάθεια μείωσης της απόστασης και αύξηση του ρυθμού των απτικών επαφών.
Για να διατηρηθούν όλες οι σχέσεις που περιλαμβάνουν υψηλά επίπεδα οικειότητας, χρειάζονται συχνή αλληλεπίδραση και μεγάλη προσπάθεια προσαρμογής. Στις ερωτικές σχέσεις όμως, επειδή η εξέλιξη είναι γρήγορη και σε μεγάλο βάθος, δεν υπάρχει αρκετός χρόνος για την απαραίτητη προσαρμογή στις προσωπικότητες των αλληλεπιδρώντων. Το αποτέλεσμα είναι η συχνή εμφάνιση έντονων συγκρούσεων, διαφωνιών και απογοητεύσεων.
Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι οι ερωτευμένοι πολλές φορές εξαρτώνται σχεδόν απόλυτα και αποκλειστικά ο ένας από τον άλλο για τις αμοιβές τους, τότε γίνεται κατανοητό το πάθος και η ένταση των συγκρούσεων και των απογοητεύσεων τις οποίες βιώνουν. Παρά ταύτα, οι συγκρούσεις στα ερωτευμένα ζευγάρια οδηγούν σε περαιτέρω αύξηση του επιπέδου διέγερσης, με αποτέλεσμα την επιπρόσθετη τόνωση των ερωτικών αισθημάτων. Έντονες συγκρούσεις παρουσιάζονται επίσης όταν υπάρχουν ισχυρή αλληλεξάρτηση και υψηλές μη ρεαλιστικές προσδοκίες στο ζευγάρι.
Όταν τα ζευγάρια αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, η μη λεκτική τους συμπεριφορά διαταράσσεται σοβαρά.
Στα συναισθηματικά καταπονημένα παντρεμένα ζευγάρια, οι σύντροφοι αδυνατούν εντελώς να κατανοήσουν τα μη λεκτικά σήματα που εκπέμπει ο ένας στον άλλο. Δεν είναι όμως γνωστό αν η έλλειψη κατανόησης της μη λεκτικής επικοινωνίας είναι η αιτία ή ένα από τα αποτελέσματα των συγκρούσεων ανάμεσα στο ζευγάρι.
Η έλλειψη ευαισθησίας στα ζευγάρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα συνεπάγεται τη μη ικανοποίηση των συναισθηματικών τους αναγκών και την ακόμα μεγαλύτερη αύξηση των εντάσεων και του στρες που βιώνουν (Gottman, Markman & Notarius, 1977).
Οι άνδρες, περισσότερο από τις γυναίκες, όταν βρίσκονται κάτω από έντονο στρες, αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρή δυσκολία στην κωδικοποίηση των συναισθημάτων των άλλων (Kahn, 1970).
Τα συνήθη λάθη ανδρών και γυναικών στην αποκωδικοποίηση των μη λεκτικών μηνυμάτων διαφέρουν.
Οι άνδρες πιο συχνά ερμηνεύουν τα θετικά ή ουδέτερα μηνύματα των συζύγων τους ως αρνητικά, ενώ αντίθετα οι γυναίκες ερμηνεύουν συχνότερα τα αρνητικά μηνύματα των ανδρών τους ως ουδέτερα ή θετικά (Gaelick, Bodenhausen & Wyer, 1985; Noller, 1991).
Συχνά οι προθέσεις των ζευγαριών που βιώνουν έντονο στρες και αντιμετωπίζουν προβλήματα δεν διαφέρουν από εκείνες των ευτυχισμένων ζευγαριών. Ωστόσο δημιουργούνται συγκρούσεις μεταξύ τους διότι τα θετικά και, πολύ περισσότερο, τα ουδέτερα μηνύματα που εκπέμπουν οι άνθρωποι σε στρεσογόνες καταστάσεις ερμηνεύονται ως αρνητικά (Gottman, 1979).
Τέλος, σε όλες τις περιπτώσεις των ζευγαριών που αντιμετωπίζουν προβλήματα, και οι δύο πλευρές υποστηρίζουν ότι η δική τους πρόθεση είναι θετικότερη από αυτή του συντρόφου τους.
Για την επίλυση των διαταραχών της μη λεκτικής επικοινωνίας στα ζευγάρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα, απαιτείται θεραπευτική παρέμβαση, καθ’ όσον η σωστή αποκωδικοποίηση και κατανόηση των μη λεκτικών σημάτων μεταξύ των συντρόφων είναι θεμελιώδους σημασίας.
Πολύ σημαντικό είναι επίσης, όταν οι άνθρωποι παρερμηνεύουν τις προθέσεις των συντρόφων τους, να μάθουν να παραδέχονται τα λάθη τους και να ζητούν συγγνώμη γι’ αυτά.
Η μείωση της έντασης των αρνητικών αντιδράσεων αποτελεί έναν ακόμα στόχο των θεραπευτών που ασχολούνται με τα προβλήματα των ζευγαριών. Με μικρή εξάσκηση το ζευγάρι μαθαίνει να ερμηνεύει και να συγκεντρώνεται στα θετικά στοιχεία.
Τέλος, η μειωμένη έκφραση των θετικών συναισθημάτων είναι ένα πρόβλημα το οποίο μπορεί εύκολα να βελτιωθεί με την κατάλληλη θεραπεία.
Η βελτίωση της ικανότητας έκφρασης είναι ουσιαστικής σημασίας διότι βοηθά όχι μόνο τη σχέση των θεραπευόμενων ως ζεύγους, αλλά και τον κάθε σύντροφο χωριστά σε όλους τους τομείς της ζωής τους.
Προσαρμογή από το βιβλίο της Ε. Παπαδάκη-Μιχαηλίδη, Η Σιωπηλή Γλώσσα των Συναισθημάτων – Η μη λεκτική επικοινωνία στις διαπροσωπικές σχέσεις (εκδ. Πεδίο) – απόσπασμα.
Πηγή: από το εξαιρετικό to23ogramma
*
*
Περί Αγάπης και Άλλων Δαιμονίων
Αγάπη και σχέσεις. Δύο σταθερά επαναλαμβανόμενα θέματα στη ζωή μας, που διαρκώς τα συναντάμε με ένα ερωτηματικό στο τέλος τους. Τι είναι αγάπη και τι έρωτας; Πόσο διαρκούν; Υπάρχει πραγματική αγάπη; Αν ναι, πώς ορίζεται τελικά αυτή; Θα την βρω ποτέ; Μπορεί να με αγαπήσει κανείς για αυτό που είμαι; Και τέλος πάντων, γιατί χρειάζομαι την αγάπη;
Πολλά τα ερωτήματα, συχνά γεμίζουν κενές σελίδες βιβλίων αυτοβοήθειας, ιστοσελίδων και περιοδικών. Σπανίως όμως οι απαντήσεις, όπου αυτές δίνονται και με την μορφή με την οποία δίνονται, είναι ειλικρινείς και ακόμα πιο σπάνια μας καλύπτουν. Παράλληλα, άλλες σελίδες, άλλων βιβλίων και περιοδικών γεμίζουν με παροτρύνσεις και συμβουλές που προάγουν την ελευθερία, την ατομική ευτυχία, την ανεξαρτησία και την αυτονομία μας, την πληθώρα εμπειριών και την ταχύτητα.
Παραδοξότητες. Η εποχή που ζούμε είναι καταναλωτική και ατομικιστική.
Από μικρά παιδιά μαθαίνουμε να καταναλώνουμε εμπειρίες και συναισθήματα όπως καταναλώνουμε αγαθά και υπηρεσίες.
Απόκτησέ το, χρησιμοποίησέ το, πέτα το και προχώρα στο επόμενο. Δεν είναι δυνατόν να μένεις με το ίδιο αγαθό για χρόνια και να προσπαθείς να το συντηρείς και να το επιδιορθώνεις, ώστε να μένει σε καλή κατάσταση. Αν χαλάσει το πετάς και παίρνεις καινούργιο.
Η καταναλωτική κοινωνία όμως, για να συντηρηθεί, χρειάζεται «κατάλληλους» ανθρώπους: ανθρώπους που θα καταναλώνουν διαρκώς, πάνω-κάτω με τα ίδια γούστα, που θα επηρεάζονται εύκολα, αλλά ταυτόχρονα θα νιώθουν ανεξάρτητοι, ελεύθεροι να επιλέξουν, χωρίς δεσμεύσεις ή υποχρεώσεις.
Το πρόταγμα είναι απόλαυση και ευχαρίστηση με κάθε κόστος, εξυπηρέτηση του ατομικού συμφέροντος, προσωπική επιτυχία, πληθώρα εμπειριών ταχύτατα εναλλασσόμενων, ώστε να τις προλάβουμε όλες. Γρήγορα, να προλάβουμε να τα δοκιμάσουμε όλα και όλους.
Μεγαλώνουμε σε έναν κόσμο που μας μαθαίνει πως το οτιδήποτε, πνευματικό, υλικό ή συναισθηματικό, αποτελεί αντικείμενο ανταλλαγής και κατανάλωσης. Σου δίνω (χρήματα, χρόνο, προσοχή, προσπάθεια) για να μου δώσεις (αγαθά, υπηρεσίες, γνώση, συναισθήματα). Αν δεν δώσεις, δεν θα σου δώσω.
Πώς να ξεφύγει η αγάπη και οι σχέσεις από αυτό το μοτίβο;
Αγαπάμε λοιπόν όπως καταναλώνουμε. Γρήγορα, επιφανειακά και εναλλασσόμενα, σε ένα διαρκές κυνήγι μίας πληθώρας εμπειριών και με μία γενικότερη προσδοκία ανταλλαγής.
Κάνουμε σχέσεις για να περάσουμε καλά το καλοκαίρι μας, ένα Σαββατοκύριακο, για να έχουμε ένα κοινωνικό ή οικονομικό στήριγμα, για να τονώσουμε ή να συντηρήσουμε την εικόνα μας στους άλλους, ακόμα και για να εξυπηρετήσουμε προσωπικούς σκοπούς.
Αγαπάμε επειδή έχουμε ανάγκη τον άλλον για να απαλύνει τον φόβο της μοναξιάς και της εγκατάλειψης. Το πρόβλημα είναι πως αυτό δεν είναι αγάπη.
Είναι ανάγκη κάλυψης εσωτερικών ανασφαλειών και είναι εξάρτηση.
Όπως νιώθουμε πως έχουμε ανάγκη το τελευταίο μοντέλο smart phone που κυκλοφόρησε στην αγορά ή τα παπούτσια που εκτίθενται στη βιτρίνα ενός επώνυμου καταστήματος, έτσι νιώθουμε πως έχουμε ανάγκη τον άλλον για να καλύψει τα εσωτερικά κενά μας, να πάρει μακριά τον φόβο της μοναξιάς, να μας κάνει να νιώσουμε θετικά για τον εαυτό μας.
Ο Άλλος, ως ένα ακόμα «γκάτζετ» τελευταίας τεχνολογίας, θα μας γεμίσει χαρά, ικανοποίηση, ενθουσιασμό. Θα δώσει μία ομορφιά στη ζωή μας.
Και φυσικά θα τον κρατήσουμε όσο κρατάει αυτή η απόλαυση. Όταν πάψει να μας ενθουσιάζει, όταν συνηθίσουμε την ύπαρξή του πλάι μας, όταν διαπιστώσουμε ότι κάτι «μας χαλάει», όταν τον δούμε κουρασμένο ή χωρίς διάθεση, θα νιώσουμε πως έχει έρθει το τέλος.
Και από εκεί, θα αρχίσουμε εκ νέου την αναζήτησή μας. «Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ουσιαστικά σχέσεις αλλοτριωμένων αυτομάτων, που το καθένα βασίζει την ασφάλειά του στο να παραμείνει κοντά στο κοπάδι και να μη διαφέρει στη σκέψη, στα αισθήματα ή στην πράξη από τους άλλους», γράφει ο Έριχ Φρομ, τονίζοντας πως τελικά, όσο περισσότερο προσπαθούμε να μείνουμε κοντά στους άλλους, τόσο περισσότερο παραμένουμε ολοκληρωτικά μόνοι και ανασφαλείς.
Κάπως έτσι, οι πολλαπλές εμπειρίες από σχέσεις, το ελεύθερο και ανέμελο σεξ, η αβίαστη και χωρίς δεσμεύσεις ηδονή, που τόσο προβάλλονται ως αντισυμβατικές και συμβολικές μίας προσωπικής ανεξαρτησίας και ελευθερίας, μακριά από το κατεστημένο των μόνιμων και μακροχρόνιων σχέσεων, του γάμου και των παιδιών, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία άμυνα απέναντι στον βαθύτερο φόβο μας να συνδεθούμε ουσιαστικά με έναν άλλον άνθρωπο.
Είναι η απόλυτα συμβατική απάντηση μίας ανώριμης προσωπικότητας.
Ο Έριχ Φρομ, στο βιβλίο του «Η Τέχνη της Αγάπης» λέει το πολύ σωστό, εξαντλητικά απλό και ταυτόχρονα αδιανόητα δύσκολο:
«Η ανώριμη αγάπη λέει «σ’ αγαπώ επειδή σε χρειάζομαι».
Η ώριμη αγάπη λέει «σε χρειάζομαι επειδή σ’ αγαπώ»».
Το μικρό παιδί αγαπάει την μητέρα του επειδή αυτή του καλύπτει τις ανάγκες επιβίωσής του.
Η τροφή, η αγάπη και η φροντίδα που του δείχνει, είναι αναγκαία συστατικά για την υγιή του ανάπτυξη, πράγμα που το παιδί αντιλαμβάνεται και απαντάει με αισθήματα αγάπης.
Δεν παύει όμως να είναι εξαρτημένο από την αγάπη των άλλων, οι οποίοι υπάρχουν για να ικανοποιούν τις δικές του ανάγκες επιβίωσης.
Η ολοκληρωμένη προσωπικότητα, αυτό που συνηθίζουμε να ονομάζουμε «ώριμος άνθρωπος» αγαπάει, ως στάση ζωής και ως προσανατολισμό, όχι συγκεκριμένα αντικείμενα αγάπης. Πρωτίστως δε, αγαπάει τον εαυτό του.
Όχι με την εγωιστική μορφή της αυτό-αγάπης και του ναρκισσισμού, αλλά με την μορφή της πλήρους αποδοχής μου ως ανθρώπου, με τα ελαττώματα και τα προτερήματα που με κάνουν διαφορετικό από οποιονδήποτε άλλο – με την επίγνωση αυτών των ιδιοτήτων μου, των φόβων και των ανασφαλειών μου και με την ανοιχτή και ειλικρινή αποδοχή και τον σεβασμό της αντίστοιχης μοναδικότητας όλων των άλλων ανθρώπων.
Για αυτό και η αγάπη δεν προϋποθέτει αμοιβαιότητα.
Δεν εντάσσεται σε μία σχέση «δούναι και λαβείν», ούτε απαιτεί την αγάπη του άλλου για να τον αγαπήσει.
Αγαπάει – σκέτο.
Η αγάπη δεν είναι εξάρτηση, ούτε κατοχή.
Δεν επικυρώνεται με γάμους, με υποσχέσεις αιώνιας πίστης και τυπικά σύμφωνα δέσμευσης.
Κανείς δεν είναι «δικός μου».
Εξάλλου, αντίθετα με τα όσα πιστεύουμε, στη γνήσια αγάπη δεν υπάρχει ζήλεια.
Διότι, η ζήλεια δεν είναι τίποτα περισσότερο από τον συνδυασμό μίας βαθύτατης εσωτερικής ανασφάλειας για την αυτό-αξία μου και ενός επιτακτικού αισθήματος κατοχής του άλλου:
Σε ζηλεύω όταν υποψιάζομαι ότι δεν είμαι αρκετά καλός (για εσένα) και ότι ανά πάσα στιγμή, εσύ που είσαι δικός μου, θα φύγεις από κοντά μου για κάποιον καλύτερο / ομορφότερο / σημαντικότερο, κλπ.
Για αυτό λοιπόν το ώριμο «σ’ αγαπώ» σημαίνει «μπορώ κάλλιστα να ζήσω χωρίς εσένα, αλλά επιλέγω ελεύθερα να μείνω κοντά σου». Διότι η αίσθηση της αυταξίας ενυπάρχει ήδη και δεν εξαρτάται από τον Άλλον για επιβεβαίωση.
Η αγάπη δεν είναι καν ταύτιση ή αυτοθυσία.
Δεν χάνω τον εαυτό μου προκειμένου να γίνω ίδιος με εσένα.
Δεν αλλάζω τα γούστα μου, τις ιδέες μου, τις συνήθειές μου, ώστε να προσαρμοστούν σε αυτά του άλλου.
Ούτε θυσιάζω στοιχεία της ζωής μου για τον άλλον.
Διατηρώ την προσωπική μου ελευθερία, έχοντας τον Άλλο ως συνοδοιπόρο.
Ούτε μπροστά, ούτε πίσω μου, ούτε καν σε ένα σκαλοπάτι ανώτερο από εμένα.
Σε κοιτάζω ως ίσο προς ίσο.
Η αγάπη είναι μία τέχνη, λέει ο Ε. Φρομ, που αναζητά μία απάντηση στο ερώτημα, «πώς να αγαπήσω» και όχι στο σύνηθες ερώτημα του «πώς θα αγαπηθώ».
Όμως, όπως όλες οι άλλες τέχνες, έτσι και αυτή μαθαίνεται, αλλά απαιτεί κόπο, προσπάθεια, εξάσκηση, σφάλματα και επανάληψη.
Εδώ δεν υπάρχουν εύκολες και γρήγορες λύσεις, σε αντίθεση με τα όσα προτάσσει σήμερα η κοινωνία μας.
Κι αν όλα αυτά ακούγονται άκρως ρομαντικά και ανέφικτα, ας αναρωτηθούμε για μία στιγμή μήπως τελικά αυτή η ετικέτα του «ρομαντισμού» μπαίνει αυτομάτως σε οτιδήποτε φαντάζει σήμερα κοπιώδες, απαιτητικό και επενδυμένο με σημαντική ψυχική προσπάθεια, υπευθυνότητα και συναισθηματικό κόστος, καθιστώντας απαγορευτικό το «δύσκολο» και συντηρώντας την ρευστότητα των σχέσεών μας.
Α. Αποστολοπούλου, Ψυχολόγος
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Πασκάλ Μπρύκνερ, Το Παράδοξο του Έρωτα. Εκδ. Πατάκη.
Alain Badiou, Εγκώμιο για τον Έρωτα. Εκ. Πατάκη.
Έριχ Φρομ, Η Τέχνη της Αγάπης. Εκδ. Μπουκουμάνης.
Ζύγκμουντ Μπάουμαν, Ρευστή Αγάπη. Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Ντενί ντε Ρουζμόν, Ο Έρως & η Δύση. Εκδ. Ίνδικτος.
Πηγή: από το εξαιρετικό to23ogramma
*
*
Μίμηση αγάπης
Δεν είναι δυνατό να αγαπάς κάποιον και να μην ενδιαφέρεσαι να καταλάβεις τι είναι εκείνο που χρειάζεται, τι εκείνο που δε χρειάζεται, τι εκείνο που αντέχει. Ευαίσθητος είναι όποιος είναι ευαίσθητος και προς τις ευαισθησίες των άλλων. Ο τρόπος που προσεγγίζουμε είναι η απόδειξη των αισθημάτων που έχουμε. Ο τρόπος! Η καλλιτεχνία εκείνου που συμβαίνει στ’ αλήθεια και επιζητά να εκφραστεί.
Σπάνια αγαπάμε ένα πλάσμα όπως είναι∙ αγαπάμε εκείνο που επιθυμούμε να ήταν. Η πραγματική του προσωπικότητα φτάνει μέχρι εμάς, έτσι κι αλλιώς, αποσπασματικά, επιλέγουμε τα αποσπάσματα που μας είναι ποθητά, που μας είναι βολικά, κολακευτικά, όλο το υπόλοιπο ή το πετάμε στο κενό ή το χτίζουμε μόνοι μας όπως ο σκηνοθέτης μία ταινία. Το παραγεμίζουμε με δικές μας ιδέες. Το όλον του άλλου σχεδόν ποτέ δεν το μαθαίνουμε, όχι μονάχα επειδή δύσκολα κατανοείται το όλον, αλλά – και αυτό συζητάμε σήμερα – επειδή δεν το θέλουμε, δεν μας χρειάζεται, αδιαφορούμε. Οι γονείς τα παιδιά τους θέλουν να είναι καταπώς οι ίδιοι τα ονειρεύτηκαν, καταπώς ονειρεύτηκαν κάποτε τον εαυτό τον δικό τους, δεν αντέχουν να ακούσουν αλήθειες που ακυρώνουν τις προσδοκίες τους.
Στον έρωτα βέβαια γίνεται πανδαιμόνιο!
Ο έρωτας μπορεί να έχει τα χίλια μύρια καλά, όμως αγάπη απαραιτήτως δεν έχει. Μπορεί να προέρχεται κι από μια πονηριά της φύσης για τη διαιώνισή της και γι’ αυτό να είναι πρωτίστως ένστικτο, ένστικτο εξιδανικευμένο όσο και ισχυρότατο για να επιτελέσει το έργο του. Η φύση βιάζεται να παγιδεύσει με μαγείες ένα ζευγάρι στη γονιμοποίηση. Ελάχιστοι είναι οι ευλογημένοι εραστές που τους χαρίστηκε αγάπη μαζί με τον έρωτά τους. Τους χαρίστηκε; Το κατόρθωσαν; Είναι μία απορία που θα διαρκεί για πάντα. Τείνω πάντως στην προσωπική ευθύνη μας και εδώ.
[…]
Επειδή δεν είναι αγάπη ο έρωτας, μπορεί να μιμείται θαυμάσια την αγάπη όσο διαρκεί. Είναι το μέγιστό του άλλοθι. Και μια και μιμείται την αγάπη, οφείλει να τηρεί τους όρους της. Η αγάπη λοιπόν έχει πρώτο μέλημα την επιθυμία και την ανάγκη του αγαπημένου. Την επιθυμία του και τη δυνατότητα για το πόσες προσφορές αντέχει να δέχεται. Σημασία έχει ο άλλος πράγματι να χαίρεται. Όχι να τον βιάζεις να χαίρεται – διότι επικρατεί το κλισέ πως «τα δώρα δίνουν χαρά». Η υπερ-δόση φέρνει τα εντελώς αντίθετα από τη δόση αποτελέσματα, κάνει το φάρμακο φαρμάκι, την ευφροσύνη του οίνου αλκοολισμό, την έκπληξη πλήξη. Μόνο στο μέτρο ισορροπεί και ανθεί η ουσία, στο κέντρο του κονταριού, που μας βοηθά να προχωράμε σχοινοβάτες στους δεσμούς∙ στα άκρα γέρνει και γκρεμίζεται.
Δεν είναι τεχνική η διακριτικότητα, είναι καλλιτεχνία, είναι καλοσύνη, ευγένεια ψυχής, γενναιότητα και αρχοντική αγάπη. Γυρεύει την άνεση της ψυχής του αγαπημένου, τιμάει την ελευθερία του, προσέχει να μην του εκβιάζει το φιλότιμο. Η υπερπροσφορά είναι στο βάθος πολύ μεγάλος εγωισμός, το ίδιο μίζερη όσο και η τσιγκουνιά.
[…]
Αν αξίζεις ν’ αγαπηθείς, θα σ’ αγαπήσουν θες δε θες, θέλουν δε θέλουν θα σ’ αγαπήσουν. Πάντα θα το λέω σε όσους δε βρίσκουν να ζευγαρώσουν και ρίχνουν το φταίξιμο στην εποχή, στη σημερινή κοινωνία, στους σημερινούς άντρες, στις σημερινές γυναίκες, στο άγχος, στους ρυθμούς της καθημερινότητας, στην υλόφρονα γενική τάση. Ο μόνος τρόπος, η μοναδική συνταγή που υπάρχει είναι να ομορφύνεις τον εαυτό σου, να γίνεις ελκυστικός, εφόσον έχεις μέσα σου ομορφιά και ελευθερία και περιεχόμενο, κυρίως είσαι έτοιμος στην αγάπη, ώριμος για κάτι τέτοιο. Όλα τ’ άλλα τεχνάσματα θα σε ρίχνουν, αργά ή γρήγορα, από απογοήτευση σε απογοήτευση. Και ώριμος στην αγάπη είναι εκείνος που μπορεί να ενδιαφέρεται για την ανάγκη του αγαπημένου του, που μοιράζεται την ευθύνη, που δεν ασχολείται μόνο με τις δικές του ευαισθησίες αλλά αναρωτιέται για τις ευαισθησίες εκείνου με τον οποίο σχετίζεται. Και όταν του ζητάει αλλά και όταν του δίνει, το δεύτερο είναι το λεπτότερο.
Όχι, δε στέρεψε η αγάπη σήμερα, ποτέ όσο υπάρχει ζωή δε στερεύει. Ακόμη κι αν ο κανόνας είναι πως «οι άντρες στον καιρό μας δεν αξίζουν» ή «οι γυναίκες χάλασαν», εσύ να γυρέψεις το εξαιρετικό, γιατί έρωτας είναι η ανακάλυψη του εξαιρετικού. Η αποκάλυψη του εξαιρετικού, λένε κάποιοι, και ίσως να είναι το ίδιο∙ η πρώτη πείθει τη δεύτερη να δεχθεί να συμβεί. Του εξαιρετικού λοιπόν, εκείνου που θα ανατρέψει με χάρη τον άχαρο κανόνα.
Μ. Βαμβουνάκη, Κυριακή Απόγευμα στη Βιέννη (εκδ.Ψυχογιός) – απόσπασμα
Πηγή: από το εξαιρετικό to23ogramma
*